Παραδοσιακή Κατοικία με δώμα | STR0010
Παραδοσιακή Κατοικία με «σαχνισί» | STR0009
Παραδοσιακή Κατοικία με «σαχνισί» | STR0008
Παραδοσιακή Κατοικία με «σαχνισί» | STR0007
Παραδοσιακή Κατοικία με «σαχνισί» | STR0005
Το κτίριο διαθέτει ξεχωριστές εισόδους ισογείου και ορόφου, διαχωρίζοντας τις αρχικές λειτουργίες καταστήματος και κατοικίας αντίστοιχα, ενώ υφίσταται και εσωτερικό κλιμακοστάσιο για τη μεταξύ τους επικοινωνία.
Την περίοδο της εξορίας (1948-1962) το είχαν επιτάξει και λειτουργούσε ως Διοικητήριο.
Ιστορικό Καφενείο «Ακταίον» | STR0004
Το κτίριο του καφενείου ήταν πάντοτε ισόγειο και από ιστορικές φωτογραφίες διαπιστώνεται ότι διατηρεί τα αρχικά του μορφολογικά χαρακτηριστικά ως προς την ογκοπλασία του και τη διάταξη των ανοιγμάτων.
Το κτίριο είναι γωνιακό, με μικρή ορθογωνική κάτοψη και βρίσκεται σε επαφή με όμορα κτίσματα στην ανατολική και στη νότια πλευρά του. Στην μπροστινή πλευρά του διαθέτει μικρό αύλειο χώρο σε άμεση γειτνίαση με τη θάλασσα που εξυπηρετούσε την υπαίθρια λειτουργία του καφενείου.
Ο φέρον οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από επιχρισμένη λιθοδομή και φέρει τρίρριχτη ξύλινη στέγη. Οι όψεις του είναι λιτές και διακρίνονται για την απουσία διακοσμητικών στοιχείων. Παλαιότερα το κτίριο έφερε ξύλινα κουφώματα με μικρό διακοσμητικό γείσο και την ελεύθερη ακμή του κοσμούσε εμφανής ξύλινη παραστάδα. Σήμερα τα μόνο στοιχεία που μαρτυρούν την σχέση του κτιρίου με το παρελθόν αποτελούν τα ξύλινα δοκάρια στην προεξοχή της στέγης και μικρές προεξοχές στα ανώφλια των ανοιγμάτων για την προστασία τους από τα βρόχινα ύδατα.
Παραδοσιακό Παντοπωλείο | STR0015
Με ιδιαίτερη επιμέλεια είναι κατασκευασμένα τα κουφώματα της νότιας όψης που φέρουν περιμετρικό ξύλινο πλαίσιο με προστατευτική σιδεριά, καθώς και το άνοιγμα της εισόδου που διαμορφώνεται με ξύλινο διακοσμητικό περιθύρωμα.
Στο εσωτερικό του, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ξύλινη επίπλωση του καταστήματος που διατηρείται από τη δεκαετία του 1960 και η ξύλινη οροφή που διαμορφώνεται με ξύλινες τάβλες και πηχάκια και περιμετρικό διακοσμητικό γείσο.
Παραδοσιακή Κατοικία | STR0013
Το κτίριο είναι πλατυμέτωπο και διαθέτει ορθογωνική κάτοψη. Ο φέρον οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από επιχρισμένη λιθοδομή, με ισόδομους λαξευμένους λίθους στο ισόγειο και φέρει δίρριχτη ξύλινη στέγη με «βυζαντινού» τύπου επικεράμωση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα τοξωτά ανοίγματα των εισόδων στην κύρια όψη, που φέρουν φεγγίτες με ακτινωτά καΐτια, ενώ υπάρχει και δευτερεύουσα είσοδος στο πίσω μέρος της κατοικία που λόγω της ανισοσταθμίας του εδάφους η πρόσβαση γίνεται απευθείας στο επίπεδο του ορόφου. Στην κύρια όψη διακρίνεται η κατασκευή εξώστη, στον όροφο, που έχει καταρρεύσει. Διατηρούνται, ωστόσο, η εξωστόθυρα και οι δοκοί που έφεραν το κατάστρωμα και την κουπαστή, που μαρτυρούν την ύπαρξή του.
Στην πρόσοψη, τα δύο επίπεδα διαχωρίζει οριζόντια διακοσμητική προεξέχουσα ταινία, από πλακοειδείς λίθους. Με τον ίδιο τρόπο διαμορφώνεται και η γρηπίδα της στέγης.
Παραδοσιακή Κατοικία | STR0012
Το κτίριο είναι πλατυμέτωπο και διαθέτει ορθογωνική κάτοψη. Ο φέρον οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από επιχρισμένη λιθοδομή και φέρει τρίρριχτη ξύλινη στέγη με «βυζαντινού» τύπου επικεράμωση.
Οι όψεις του είναι απλές, λιτές, χωρίς ιδιαίτερα διακοσμητικά στοιχεία. Τα κουφώματα του κτιρίου είναι ξύλινα και διαμορφώνονται με μικρή διακοσμητική κορνίζα που φέρει γείσο ή οριζόντια ξύλινη σανίδα. Πάνω από το γείσο διακρίνεται μια ιδιαίτερη κατασκευαστική λεπτομέρεια που απαντάτε και σε άλλα σπίτια του οικισμού, όπου το επίχρισμα διαμορφώνεται τριγωνικά για την προστασία των ξύλινων στοιχείων από τα βρόχινα ύδατα.
Στην πρόσοψη πάνω από την κύρια είσοδο διακρίνεται η κατασκευή εξώστη, στον όροφο που έχει καταρρεύσει. Διατηρούνται, ωστόσο, η εξωστόθυρα και οι δοκοί του δαπέδου που μαρτυρούν την ύπαρξή του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το εσωτερικό του κτιρίου με ξύλινα δάπεδα και οροφές, ξύλινα κουφώματα και κορνίζες γύρω από τα ανοίγματα των παραθύρων.
Νεοκλασική Κατοικία | STR0017
Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι από λιθοδομή και φέρει ξύλινη, τετράριχτη στέγη με επικάλυψη από ρωμαϊκού τύπου κεραμίδια. Η διάρθρωση της κύριας όψης παρουσιάζει απόλυτη συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα, ο οποίος εντείνεται με το κεντρικό κλιμακοστάσιο που οδηγεί από την αυλή στην κύρια είσοδο μέσω εξώστη. Τα ανοίγματα είναι τοποθετημένα εκατέρωθεν. Η πρόσοψη είναι επιχρισμένη και οι ακμές της κοσμούνται με λίθινους οδοντωτούς γωνιόλιθους σε προεξοχή.
Παράλληλα, διακρίνεται και η διμερής διάρθρωση της πρόσοψης, η μορφολογική επεξεργασία της οποίας διαχωρίζεται ανά επίπεδο. Ο διαχωρισμός των επιπέδων υποδηλώνεται και με την απλή, λίθινη, οριζόντια ταινία σε προεξοχή. Στο επίπεδο του ημιυπόγειου τα παράθυρα είναι διακοσμημένα με λίθινα περιθυρώματα ενώ η κεντρική θύρα πλαισιώνεται από λίθινο περιθύρωμα και ζεύγος λίθινων παραστάδων.
Όλα τα παράθυρα έχουν δίφυλλα ξύλινα εξώφυλλα γαλλικού τύπου. Η θύρα της κεντρικής εισόδου, είναι επίσης ξύλινη, δίφυλλη, ταμπλαδωτή με φεγγίτη. Ο κεντρικός εξώστης φέρει σιδηρά κιγκλιδώματα.
Μουσείο Δημοκρατίας | STR0003
Αρχιτεκτονικά η μορφολογία του κτιρίου είναι λιτή, σύμφωνα με τα παραδοσιακά πρότυπα του οικισμού, χωρίς ιδιαίτερα διακοσμητικά στοιχεία.
Το κτίριο είναι στενομέτωπο, με επίμηκη ορθογωνική κάτοψη και διαμορφώνεται σε δύο επίπεδα, ισόγειο και ημιυπόγειο.
Ο φέρον οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από λιθοδομή και φέρει δίρριχτη ξύλινη στέγη.
Η κύρια όψη του διακρίνεται από απόλυτη συμμετρία στη διάταξη των ανοιγμάτων της ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα, ο οποίος τονίζεται από τη θέση της κύριας εισόδου και την γωνιακή απόληξη της στέγης, ενώ στις πλάγιες όψεις τα ανοίγματα επαναλαμβάνονται ρυθμικά.
Μετά την αποκατάσταση του κτιρίου, το 2005, το επίχρισμα των όψεων αφαιρέθηκε, αποκαλύφθηκε και αρμολογήθηκε η λιθοδομή, τα ανοίγματα τονίστηκαν με επιχρισμένα περιθυρώματα και διαμορφώθηκε το γείσο της στέγης με απλή διακοσμητική ταινία.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το "Μουσείο Δημοκρατίας" κατασκευάστηκε γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, με δαπάνες της «Εν Αλεξανδρεία Αδελφότητος Ο 'Άγιος Ευστράτιος». Αποτέλεσε το πρώτο διδακτήριο του νησιού έως την ανέγερση της Μαρασλείου-Λογοθετείου Σχολής (1909). Έκτοτε χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως αναρρωτήριο των πολιτικών εξόριστων ή ως αγροτικό ιατρείο.
Το Αναρρωτήριο περιλάμβανε εξεταστήριο, τέσσερις θαλάμους με 20 κρεβάτια, χειρουργείο, μαγειρείο και δεξαμενή νερού. Τον πρώτο χρόνο της Γερμανικής Κατοχής η Διοίκηση της Χωροφυλακής περιόρισε με αυστηρά μέτρα όλους τους πολιτικούς εξόριστους μέσα στον "Θάλαμο". Εγκλωβισμένοι εδώ, πέθαναν από την πείνα 33 πολιτικοί εξόριστοι, πολλοί από τους οποίους είχαν συλληφθεί κατά την εργατική εξέγερση στη Θεσσαλονίκη τον Μάιο του 1936.
Ο σεισμός του 1968 προκάλεσε πολύ σοβαρές ζημιές στο κτήριο με αποτέλεσμα την εγκατάλειψή του. Το 2005 η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Β. Αιγαίου ξεκίνησε τις εργασίες για την αποκατάσταση του κτηρίου, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Νοέμβριο του 2007. (http://www.mouseiodimokratias.gr)
«Μαράσλειος» Ακαδημία | STR0002
Η «Μαράσλειος Ακαδημία» αποτελεί το πιο εμβληματικό κτίριο του οικισμού. Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1909 και ολοκληρώθηκε το 1912, όπου λειτούργησε αρχικά ως σχολείο αρρένων και ως ξεχωριστό παρθεναγωγείο.
Το 1995 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού σύμφωνα την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/3450/57134/23.10.1995 (ΦΕΚ. 1001/Β/5.12.1995).
Αρχιτεκτονικά το κτίριο παρουσιάζει ιδιαίτερο μορφολογικό ενδιαφέρον με νεοκλασικές αναφορές. Είναι πλατυμέτωπο, με επιμήκη ορθογωνική κάτοψη που διαμορφώνει πτέρυγες στα άκρα της. Ο φέρον οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από εμφανή λιθοδομή, όπως και όλα τα διακοσμητικά του στοιχεία και φέρει ξύλινη στέγη. Λειτουργικά το κτίριο οργανώνεται σε δύο επίπεδα, ισόγειο-ημιυπόγειο και όροφος, όπου ο όροφος φιλοξενούσε τις κύριες χρήσεις του κτιρίου και το ισόγειο- ημιυπόγειο τις βοηθητικές.
Σε αντιστοιχία με τις λειτουργίες της κάτοψης οργανώνονται και οι όψεις, όπου η ισόγεια-ημιυπόγεια στάθμη αντιμετωπίζεται ως βάση του κτιρίου με περιορισμένο αριθμό ανοιγμάτων, κυρίως φεγγιτών, ενώ ο όροφος αντιμετωπίζεται ως ο βασικός κορμός του κτιρίου με πλήθος αξονικά τοποθετημένων και ρυθμικά επαναλαμβανόμενων τοξωτών ανοιγμάτων.
Οι βασικές επιμήκεις όψεις του κτιρίου παρουσιάζουν απόλυτη συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα. Στην κύρια όψη – βόρεια το κεντρικό τμήμα είναι ιδιαίτερα τονισμένο, διαφοροποιείται με επίχρισμα στην τελική του επιφάνεια, κοσμείται με οδοντωτούς γωνιόλιθους στις ακμές του και διαμορφώνει τεθλασμένη μετόπη στην απόληξή του. Εκατέρωθεν του κεντρικού τμήματος βρίσκονται οι κύριες είσοδοι του κτιρίου με επιβλητικά ευθύγραμμα λίθινα κλιμακοστάσια. Στο ανώφλι της δυτικής εισόδου σώζεται μαρμάρινη επιγραφή. Λοιπά διακοσμητικά στοιχεία του κτιρίου αποτελούν τα λίθινα περιθυρώματα των ανοιγμάτων, οι οριζόντιες διακοσμητικές ταινίες, οι λίθινες ψευτοπαραστάδες με τους οδοντωτούς γωνιόλιθους στις ακμές του.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Στα 1908, ο Αρχιεπίσκοπος Σιναίου Πορφύριος, με καταγωγή από τον Άη Στράτη συναντήθηκε με τον Γρηγόριο Μαρασλή στο Παρίσι και του μίλησε σχετικά με τις ανάγκες του νησιού και ιδιαίτερα για την κατασκευή ενός διδακτηρίου. Ο Γ.Μαρασλής χρηματοδότησε την ανέγερση σχολείου, με 400 χρυσά εικοσάφραγκα (Ναπολεόντεια).
Το 1908, υλοποιήθηκε η μελέτη του κτιρίου από αρχιτέκτονα Δ. Μεγαρέα που εργαζόταν και κατοικούσε μόνιμα στο Παρίσι και το 1909 ξεκίνησε η ανέγερση του σχολείου, που διακόπηκε με το θάνατο του Γ.Μαρασλή λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων.
Στα 1912, αποπερατώθηκε μόνο ο βασικός όροφος του κτιρίου και στο πίσω μέρος του η κατασκευή του υπόστεγου, με 1600 Ναπολεόντεια φράγκα, που συγκέντρωσε ο Αρχιεπίσκοπος Πορφύριος, στο Παρίσι.
Μετά την κατοχή, στα 1948 έφτασαν στο νησί οι πρώτοι πολιτικοί κρατούμενοι και μαζί τους η φρουρά της χωροφυλακής, που εγκαταστάθηκε στο μισό ανατολικό τμήμα της Μαρασλείου Ακαδημίας έως τον Ιούλιο του 1962.
Από 1963 και μετά λειτούργησε ως δημοτικό σχολείο έως το Φεβρουάριου του 1968, όπου καταστροφικός ο σεισμός που ισοπέδωσε σχεδόν ολοκληρωτικά τον οικισμό, δημιούργησε σοβαρές βλάβες στο κτίριο και έκτοτε εγκαταλείφθηκε. ( από τη μελέτη «
Το 1995 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού σύμφωνα με αρ.πρωτ. ΦΕΚ. 1001/Β/5.12.1995.
Το 1999 ξεκίνησαν εργασίες για την αποκατάσταση του κτιρίου και τη μετατροπή του σε ξενώνα της κοινότητας, με αναψυκτήριο και εκθεσιακό χώρο, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 2001. Έκτοτε το κτίριο παραμένει κλειστό, χωρίς χρήση.