Αρχοντική κατοικία με νεοκλασικές επιρροές | CHI0014
Αξιόλογη διώροφη αρχοντική κατοικία με νεοκλασικές επιρροές. Αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφο. Διαθέτει δύο εισόδους με κοινά μορφολογικά χαρακτηριστικά (όμοιες αναλογίες ανοίγματος, περιθύρωμα και εξώθυρα), η μία κεντρικά τοποθετημένη και η άλλη σε ακραία θέση της πρόσοψης. Στο υπέρθυρο της ακραίας θύρας υπάρχει μαρμάρινη επιγραφή με τη χρονολογία 1930, ωστόσο η κατασκευή του κτιρίου είναι πιθανά προγενέστερη. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι από λιθοδομή και φέρει ξύλινη στέγη με επικάλυψη από γαλλικού τύπου κεραμίδια.
Η πρόσοψη παρουσιάζει νεοκλασικά χαρακτηριστικά με τριμερή κατακόρυφη διάρθρωση και απόλυτη συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα, ο οποίος τονίζεται από τον εξώστη στον όροφο, το τριγωνικό αέτωμα της στέγης και από την προεξοχή του κεντρικού τμήματος. Τα επίπεδα του κτιρίου διαχωρίζονται με οριζόντιες διακοσμητικές ταινίες. Τα ανοίγματα έχουν αξονική διάταξη και τονίζονται με επιχρισμένες κορνίζες. Τα ακραία ανοίγματα του ορόφου φέρουν μικρούς ημικυκλικούς εξώστες που κοσμούνται από περίτεχνα χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα. Αν και αρκετά από τα αρχικά ξύλινα κουφώματα του κτιρίου έχουν αντικατασταθεί με νεότερα, διατηρούνται οι αυθεντικές ξύλινες εξώθυρες με περίτεχνες ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις και ένα μοναδικής αισθητικής αξίας ξύλινο παράθυρο στην πλάγια όψη με ρομβοειδή καΐτια και έγχρωμα τζαμάκια. Την στέψη του κτιρίου κοσμεί τριμερές γείσο με αετωματική απόληξη στο κεντρικό τμήμα και χαμηλό στηθαίο από μπαλούστρες.
Κοινωφελές Ίδρυμα «Μαρία Τσάκος» | CHI0020
Το Κοινωφελές Ίδρυμα «Μαρία Τσάκος» - Διεθνές Κέντρο Ναυτικής Έρευνας και Παράδοσης στεγάζεται σε μία επιβλητική αρχοντική κατοικία επί της οδού Μιχαήλ Λιβανού, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού.
Το οικόπεδο, επί του οποίου οικοδομήθηκε το κτίριο ανήκε στον Γ. Μιχαληνό, επιφανή πλοιοκτήτη, ο οποίος το έδωσε προίκα στην θυγατέρα του Μαριέττα, όταν παντρεύτηκε τον Θεοδόση Μ. Ζυγομαλά. Χρονολογία ανέγερσης θεωρείται το 1888. Το 1916, η οικία πουλήθηκε στον Μιχαήλ Γ. Λιβανό και στη διάρκεια του χρόνου επικράτησε η ονομασία το «Λιβανούδικο».Την περίοδο της γερμανικής κατοχής, το κτίριο επιτάχθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του γερμανού διοικητή. Το 2004, το κτίριο αγόρασε ο καρδαμυλίτης εφοπλιστής Καπτ. Παναγιώτης Ν. Τσάκος και η σύζυγος του και σήμερα στεγάζει το Κοινωφελές Ίδρυμα «Μαρία Τσάκος» - Διεθνές Κέντρο Ναυτικής ‘Ερευνας και Παράδοσης. Στόχος του ιδρύματος είναι η προαγωγή της ελληνικής και παγκόσμιας ναυτιλίας, μέσα από πρωτοβουλίες και δράσεις για την ευημερία των ναυτικών, την εκπαίδευση και την έρευνα θεμάτων ναυτιλίας, την προστασία και διατήρηση της ναυτικής παράδοσης και του περιβάλλοντος.
Αρχιτεκτονικά το κτίριο ακολουθεί τα πρότυπα του νεοκλασικισμού, με τριμερή οριζόντια (βάση – κορμός – στέψη) και κατακόρυφη διάταξη και απόλυτη συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα. Η κεντρική είσοδος κοσμείται με ένα επιβλητικό ιωνικό πρόπυλο, αετωματικό μαρμάρινο περιθύρωμα και δύο μαρμάρινες ημικυκλικές κλίμακες, πιθανότατα από Πεντελικό μάρμαρο, στοιχεία που παραπέμπουν στον Αθηναϊκό νεοκλασικισμό και τον Ευρωπαϊκό εκλεκτικισμό.
Το ισόγειο, όπου αρχιτεκτονικά προβάλλεται ως η βάση του κτιρίου, φιλοξενούσε όλες τις βοηθητικές χρήσεις της κατοικίας (κουζίνα, πλυσταριό, χώρους αποθήκευσης, κ.α.), ενώ ο όροφος, που αποτελεί τον κορμό του κτιρίου, φιλοξενούσε τους κύριους χώρους της κατοικίας. Αντίστοιχα, με διαφορετικά μορφολογικά χαρακτηριστικά διαμορφώνονται και τα ανοίγματα του κάθε επιπέδου. Στο ισόγειο, τα ανοίγματα έχουν τοξωτά ανώφλια και κοσμούνται με λίθινα περιθυρώματα με τονισμένο κλειδί και φέρουν περίτεχνα κιγκλιδώματα. Στον όροφο, τα ανοίγματα διαμορφώνονται με οριζόντια ανώφλια, έχουν νεοκλασικά χαρακτηριστικά και αναλογίες και κοσμούνται με διακοσμητικό πλαίσιο που στέφεται με γείσο και με παραστάδες που φτάνουν μέχρι τη στάθμη του δαπέδου και σχηματίζουν ποδιά. Η στέψη του κτιρίου κοσμείται με τριμερές γείσο και χαμηλό στηθαίο με μπαλούστρες και διακοσμητικές κεραμικές γλάστρες.
Στο εσωτερικό του κτιρίου ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα μαρμάρινα τζάκια, με χυτοσιδηρές εστίες για καύση λιθάνθρακα, οι ξύλινες πόρτες με τα υαλοστάσια, καθώς και η ιδιαίτερης αισθητικής αξίας οροφογραφίες.
Το 2014, η αποκατάσταση του κτιρίου απέσπασε εύφημο μνεία, στο πλαίσιο των European Union Prize for Cultural Heritage Αwards, από την Europa Nostra.
Αρχοντική κατοικία «Μιχαήλ Ι. Καρρά» | CHI0024
Αξιόλογη διώροφη αρχοντική κατοικία επί της οδού Μ. Λιβανού. Το κτίριο κατασκευάστηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον επιφανή καρδαμυλίτη πλοίαρχο και εφοπλιστή Μιχαήλ Ι. Καρρά (1883-1963). Το 1965, υιός του Ιωάννης Μ. Καρράς δώρισε το ακίνητο στο γυναικείο σύνδεσμο «Φίλοι του Χιώτικου χωριού» και στεγάστηκε εκεί η Επαγγελματική Οικοκυρική Σχολή Χίου που ονομάσθηκε προς τιμήν του «Καρράδειος». Το 1969, χτίστηκε στην αυλή του κτιρίου το οικοτροφείο, ένα διώροφο κτίριο για την διαμονή των μαθητριών της Σχολής, το οποίο ονομάσθηκε «Οικοτροφείο Καλλιόπη Μ. Καρρά». Η φοίτηση στη Σχολή ήταν αρχικά τετραετής και αργότερα το 1968 έγινε πενταετής. Οι μαθήτριες λάμβαναν τεχνική και θεωρητική μόρφωση, ενώ διδάσκονταν και τη γαλλική γλώσσα. Το πτυχίο της Σχολής ήταν αναγνωρισμένο από το Υπουργείου Παιδείας και ισότιμο εκείνου Δημοσίων Οικοκυρικών Σχολών. Το 1984, η Σχολή σταμάτησε να λειτουργεί, λόγω της αλλαγής του εκπαιδευτικού συστήματος και την κατάργηση της Κατωτέρας Τεχνικής Εκπαίδευσης και αργότερα το κτίριο δωρίσθηκε στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Αρχιτεκτονικά το κτίριο εντάσσεται σε ένα πλαίσιο τοπικού νεοκλασικισμού, που συνδυάζει παραδοσιακά μορφολογικά πρότυπα με νεοκλασικές αναφορές. Χαρακτηριστικός είναι ο τριμερής οριζόντιος διαχωρισμός του κτιρίου με διακριτή βάση, κορμό και στέψη. Η βάση του κτιρίου είναι κατασκευασμένη από εμφανή πωρόλιθο (πέτρα Θυμιανών), ενώ ο κορμός και η στέψη είναι επιχρισμένα. Τα ανοίγματα τονίζονται με περιθυρώματα και διατάσσονται σε οριζόντιους και κατακόρυφους άξονες, με ιδιαίτερα τονισμένο τον άξονα της εισόδου. Η κύρια είσοδος κοσμείται με λίθινο οδοντωτό περιθύρωμα και φέρει ξύλινη εξώθυρα με τζαμιλίκια και περίτεχνες διακοσμητικές προστατευτικές σιδεριές. Πάνω από την είσοδο, αξονικά τοποθετημένος, βρίσκεται μικρός μαρμάρινος εξώστης που φέρει χυτοσιδηρό κιγκλίδωμα και στηρίζεται σε μαρμάρινα φουρούσια, με περίτεχνες ανάγλυφες διακοσμήσεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αυθεντικά ξύλινα κουφώματα των παραθύρων με ανασυρόμενα τζαμιλίκια. Στο εσωτερικό του κτιρίου εντυπωσιάζει ο ιδιαίτερης αισθητικής αξίας ζωγραφικός διάκοσμος, στους τοίχους και στις οροφές του.
Αστική κατοικία με νεοκλασικά στοιχεία | CHI0038
Αξιόλογη αστική κατοικία με νεοκλασικά στοιχεία που χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρόκειται για διώροφο κτίριο που αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφο. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι από λιθοδομή και φέρει ξύλινη στέγη με επικάλυψη από γαλλικού τύπου κεραμίδια.
Η πρόσοψη παρουσιάζει νεοκλασικά χαρακτηριστικά με ιδιαίτερα τονισμένο τον κατακόρυφο άξονα της εισόδου. Την είσοδο σηματοδοτεί ένα παραδοσιακό στοιχείο, ο «κιοσές», απόλυτα ενταγμένος στην αρχιτεκτονική της εποχής του κτιρίου. Εκατέρωθεν του «κιοσέ» αναπτύσσονται δύο μικροί συμμετρικοί εξώστες. Τα επίπεδα του κτιρίου διαχωρίζονται σε ζώνες με διαφορετική επεξεργασία στο επίχρισμα. Στη στάθμη του ισογείου το επίχρισμα φέρει χαράξεις που μιμούνται ισόδομο σύστημα δόμησης, ενώ στον όροφο είναι λείο. Τα ανοίγματα διατάσσονται σε κατακόρυφους και οριζόντιους άξονες και τονίζονται με επιχρισμένα περιθυρώματα που φέρουν γείσο στο υπέρθυρο. Τα κουφώματα είναι όλα ξύλινα ταμπλαδωτά, με πιο επιμελημένο αυτό της κύριας εισόδου που φέρει τζαμιλίκια και φεγγίτη στο υπέρθυρο, με διακοσμητικές προστατευτικές σιδεριές. Την στέψη του κτιρίου κοσμεί προεξέχον γείσο και χαμηλό συμπαγές στηθαίο.
Νεοκλασική αρχοντική κατοικία | CHI0035
Αξιόλογη αρχοντική κατοικία με νεοκλασικά στοιχεία που σύμφωνα με την επιγραφή στο «κλειδί» της κεντρικής εισόδου χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα. Πρόκειται για διώροφο πλατυμέτωπο κτίριο με ορθογωνική κάτοψη. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι από λιθοδομή και επιστεγάζεται με δώμα.
Αρχιτεκτονικά, η μορφολογία του κτιρίου ακολουθεί τα πρότυπα του νεοκλασικισμού με τριμερή κατακόρυφη διάρθρωση σε βάση- κορμό- στέψη και συμμετρία στις όψεις του. Στην πρόσοψη, ο κεντρικός κατακόρυφος άξονας τονίζεται από την κεντρική εισόδο με το επιβλητικό περιθύρωμα, τη θέση του εξώστη και της εξωστόθυρας. Το περιθύρωμα της κυρίας εισόδου διαμορφώνεται με παραστάδες που φέρουν λαξευτές γεωμετρικές διακοσμήσεις στη βάση τους και τοξωτό ανώφλι με μαρμάρινο διακοσμητικό κλειδί με χαραγμένα τα αρχικά «Γ Κ Π» και τη χρονολογία «19..». Τα ανοίγματα διατάσσονται σε κατακόρυφους και οριζόντιους άξονες και τονίζονται με λίθινα περιθυρώματα με τοξωτό ανώφλι και προεξέχον διακοσμητικό κλειδί. Στο μορφολογικό τρίπτυχο βάση- κορμός- στέψη, η βάση διαμορφώνεται με εμφανή ισόδομη λιθοδομή, ο κορμός είναι επιχρισμένος, περιλαμβάνει τα δύο επίπεδα του κτιρίου (ισόγειο & όροφος) που διαχωρίζονται με οριζόντιες διακοσμητικές ταινίες και κοσμείται με οδοντωτούς γωνιόλιθους στις ακμές του. Η στέψη του κτιρίου κοσμείται με λίθινο γείσο και χαμηλό συμπαγές στηθαίο. Ιδιαίτερο στοιχείο του κτιρίου αποτελούν οι εξώστες του κτιρίου με μαρμάρινο κατάστρωμα, περίτεχνα ελικοειδή μαρμάρινα φουρούσια και εντυπωσιακά χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα με φυτικές διακοσμήσεις και ανθρώπινες μορφές.
Αρχοντική κατοικία με νεοκλασικές αναφορές | CHI0055
Αξιόλογη αρχοντική κατοικία που βρίσκεται επί της οδού Μιχαήλ Λιβανού, όπου συγκεντρώνονται αρκετές από τις αρχοντικές κατοικίες της πόλης. Το κτίριο αρχιτεκτονικά συνδυάζει στοιχεία νεοκλασικής και παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Πάνω από την είσοδο υπάρχει ανάγλυφη επιγραφή που φέρει το σύμβολο της άγκυρας πλαισιωμένο από ένα στεφάνι και τα αρχικά «Λ Δ Φ» με τη χρονολογία «1917». Σύμφωνα με προφορική μαρτυρία, η χρονολογία αναφέρεται όχι στην κατασκευή του κτιρίου, αλλά στην αγορά του από τον Λουκά Δ. Φαφαλιό, σημαντική προσωπικότητα της ναυτιλιακής κοινότητας από τα μέσα του 19ου αιώνα. Το κτίριο είναι προγενέστερο, πιθανά κατασκευασμένο γύρω στο 1904-1907.
Πρόκειται για διώροφο κτίριο που αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφο. Σήμερα, οι δύο όροφοι είναι λειτουργικά ανεξάρτητα και φιλοξενούν δύο κατοικίες με ξεχωριστές εισόδους. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από λιθοδομή και φέρει ξύλινη στέγη με επικεράμωση. Η μορφολογία του κτιρίου ακολουθεί τα πρότυπα του νεοκλασικισμού με τριμερή κατακόρυφη διάρθρωση σε βάση- κορμό- στέψη και απόλυτη συμμετρία στην κύρια όψη του. Στην πρόσοψη ιδιαίτερα επιμελημένη είναι η κεντρική είσοδος με το επιβλητικό λίθινο περιθύρωμα που διαμορφώνεται με παραστάδες με τονισμένη βάση και προεξέχον διακοσμητικό «κλειδί» στο ανώφλι. Στον όροφο υπάρχει επιμήκης εξώστης με διακοσμητικά κιγκλιδώματα. Τα ανοίγματα διατάσσονται σε κατακόρυφους και οριζόντιους άξονες και τονίζονται με περιθυρώματα με ελαφρώς τοξωτό ανώφλι. Στο μορφολογικό τρίπτυχο βάση- κορμός- στέψη, η βάση διαμορφώνεται με εμφανή ισόδομη λιθοδομή και διαχωρίζεται με προεξέχουσα διακοσμητική ταινία, ο κορμός είναι επιχρισμένος, περιλαμβάνει τα δύο επίπεδα του κτιρίου (ισόγειο & όροφος) και η στέψη του κοσμείται με διμερές γείσο και χαμηλό συμπαγές στηθαίο.
Ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό στοιχείο του κτιρίου στην πλάγια όψη αποτελεί ο παραδοσιακός «κιοσές», μία ξύλινη αρχιτεκτονική προεξοχή που προσομοιάζει με κλειστό στεγασμένο εξώστη που στηρίζεται σε μαρμάρινα φουρούσια και αποτελεί τον πιο ηλιόλουστο χώρο της κατοικίας.
Αστική κατοικία με παραδοσιακά στοιχεία και μπαρόκ αναφορές | CHI0053
Ιδιαίτερα αξιόλογη αρχοντική κατοικία με παραδοσιακά χαρακτηριστικά, που βρίσκεται επί της οδού Ναυάρχου Κουντουριώτη. Η κατοικία χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα και αποτελούσε την κατοικία του ιατρού Μιχαήλ Νύχα.
Το κτίριο είναι διώροφο και διαθέτει επιμήκη ορθογωνική κάτοψη που αναπτύσσεται στο όριο του δρόμου. Ο φέρον οργανισμός του είναι κατασκευασμένος από λιθοδομή και επιστεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή. Μορφολογικά, η κύρια όψη του διαμορφώνεται με εκλεκτικιστικά στοιχεία που έχουν αναφορές στην αρχιτεκτονική των κατοικιών της Σμύρνης και άλλων αστικών κέντρων. Χαρακτηριστική είναι η συμμετρία και η αξονικότητα στη διάρθρωση της όψης και στη διάταξη των επιμέρους στοιχείων της. Διακρίνεται τριμερής διάρθρωση της πρόσοψης, με το κεντρικό τμήμα να διαχωρίζεται από τα δύο ακριανά με παραστάδες. Ιδιαίτερο μορφολογικό στοιχείο αποτελούν οι παραδοσιακοί «κιοσέδες», οι ξύλινες αρχιτεκτονικές προεξοχές που προσομοιάζουν με κλειστούς στεγασμένους εξώστες και στηρίζονται σε περίτεχνα χυτοσιδηρά φουρούσια. Στο κεντρικό τμήμα της πρόσοψης, τις δύο εισόδους σηματοδοτούν μικροί μαρμάρινοι εξώστες με χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα που στηρίζονται σε περίτεχνα φουρούσια. Στο ισόγειο τα ανοίγματα κοσμούνται με περιθυρώματα από εμφανείς οδοντωτούς γωνιόλιθους και στον όροφο από επιχρισμένες κορνίζες με γείσο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όλα αυθεντικά ξύλινα στοιχεία του κτιρίου, όπως τα παραθυρόφυλλα και οι ξύλινες γεωμετρικές διακοσμήσεις των «κιοσέδων». Μοναδικής αισθητικής αξίας είναι η εξώθυρα της κεντρικής εισόδου, η οποία έχει ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις με μπαρόκ αναφορές.
Νεοκλασική αρχοντική κατοικία | CHI0049
Ιδιαίτερα αξιόλογη νεοκλασική αρχοντική κατοικία που βρίσκεται επί της οδού Ναυάρχου Π. Κουντουριώτη. Η κατοικία χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα και αποτελεί χαρακτηρισμένο διατηρητέο κτίριο από το 1986. Το κτίριο οικοδομήθηκε από την οικογένεια Μαργαρώνη, που δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ναυτιλίας.
Η κατοικία είναι διώροφη, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή. Η μορφολογία της διακρίνεται για το νεοκλασικό της χαρακτήρα, που παραπέμπει σε αθηναϊκά αρχιτεκτονικά πρότυπα. Χαρακτηριστικός είναι ο τριμερής κατακόρυφος διαχωρισμός σε βάση, κορμό και στέψη και ο οριζόντιος διαχωρισμός της πρόσοψης, με το κεντρικό τμήμα να βρίσκεται σε προεξοχή. Ιδιαίτερα επιμελημένος είναι όλος ο διάκοσμος της κατοικίας με παραστάδες στις ακμές του, τονισμένα ανοίγματα με μεγαλοπρεπείς κορνίζες που στέφονται με γείσο, περίτεχνα χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα στους εξώστες και στις βεράντες του ισογείου. Ιδιαίτερο στοιχείο αποτελούν οι ιωνικού ρυθμού κίονες που στηρίζουν τα ελεύθερα άκρα των δύο αντιδιαμετρικών εξωστών. Το κτίριο στέφεται με τριμερές γείσο και χαμηλό στηθαίο που εντείνει την κατακόρυφη διάσταση του κτιρίου και εγκιβωτίζει τη στέγη.
Αρχοντική κατοικία με νεοκλασικά χαρακτηριστικά | CHI0048
Αξιόλογη αρχοντική κατοικία με νεοκλασικά χαρακτηριστικά, που βρίσκεται επί της οδού Ναυάρχου Π. Κουντουριώτη, όπου συγκεντρώνονται αρκετές από τις αρχοντικές κατοικίες της πόλης. Η κατοικία χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα.
Πρόκειται για διώροφο κτίριο που αποτελείται από ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφο. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι κατασκευασμένος από λιθοδομή και φέρει ξύλινη στέγη με επικεράμωση. Η μορφολογία του κτιρίου ακολουθεί τα πρότυπα του νεοκλασικισμού με τριμερή κατακόρυφη διάρθρωση σε βάση- κορμό- στέψη και απόλυτη συμμετρία στην κύρια όψη του. Τα ανοίγματα επαναλαμβάνονται ρυθμικά και διατάσσονται σε κατακόρυφους και οριζόντιους άξονες. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον κεντρικό άξονα όπου τοποθετείται η κύρια είσοδος, ο μαρμάρινος εξώστης διακοσμημένος με περίτεχνο σιδηρό κιγκλίδωμα και χυτοσιδηρά φουρούσια και η εξωστόθυρα. Η κύρια είσοδος διαμορφώνεται σε εσοχή με μεγάλο ύψος και μαρμάρινη κλίμακα. Στο μορφολογικό τρίπτυχο βάση- κορμός- στέψη, η βάση διαμορφώνεται εγχάρακτο επίχρισμα που μιμείται ισόδομο σύστημα δόμησης. Ο κορμός, που περιλαμβάνει τα δύο ανώτερα επίπεδα του κτιρίου (ισόγειο & όροφος), φέρει λείο επίχρισμα και κοσμείται με παραστάδες στις ακμές του. Τα επίπεδα διαχωρίζονται με προεξέχουσα διακοσμητική ταινία. Τα ανοίγματα τονίζονται με επιχρισμένες κορνίζες. Στη στάθμη του ορόφου οι κορνίζες των παραθύρων φέρουν επιπλέον γείσο και προεκτείνονται έως την οριζόντια διαχωριστική ταινία, εντείνοντας την κατακόρυφη διάσταση των ανοιγμάτων. Η στέψη του κτιρίου κοσμείται με τριμερές γείσο που φέρει οδοντωτή ταινία και χαμηλό συμπαγές στηθαίο που εγκιβωτίζει τη στέγη.
Αστική κατοικία με νεοκλασικά στοιχεία | CHI0047
Αξιόλογη γωνιακή αστική κατοικία που βρίσκεται στη συμβολή των οδών Π. Κουντουριώτη και Φαβιέρου. Η κατασκευή του κτιρίου χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα και αποτελούσε την κατοικία της οικογένειας Καρούση, που δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ναυτιλίας.
Το κτίριο είναι διώροφο, κατασκευασμένο από φέρουσα λιθοδομή και επικαλύπτεται με ξύλινη κεραμοσκεπή.
Η κατοικία, κατά την αρχική της φάση, οργανωνόταν λειτουργικά σε δύο επίπεδα με ξεχωριστές εισόδους και εσωτερικό κλιμακοστάσιο. Στο ισόγειο υπήρχαν βοηθητικοί χώροι, όπως χώροι αποθήκευσης και διαμονής του προσωπικού και στον όροφο υπήρχαν οι κύριοι χώροι της κατοικίας.
Μορφολογικά, οι όψεις του διαμορφώνονται με νεοκλασικά χαρακτηριστικά, όπως απόλυτη συμμετρία στην κύρια όψη του και ρυθμικά επαναλαμβανόμενα ανοίγματα που διατάσσονται σε κατακόρυφους και οριζόντιους άξονες. Πάνω από τις εισόδους της πρόσοψης τοποθετείται εξώστης, που φέρει περίτεχνο χυτοσιδηρό κιγκλίδωμα και φουρούσια με φυτικό διάκοσμο. Η κύρια είσοδος της κατοικίας βρίσκεται στην πλάγια όψη, επί της οδού Φαβιέρου και σηματοδοτείται με επιβλητικό λίθινο περιθύρωμα. Το περιθύρωμα της εισόδου διαμορφώνεται με παραστάδες που φέρουν επιστύλιο και γείσο. Τα ανοίγματα τονίζονται με κορνίζες, «ρεκάντα» όπως λέγονται στη Χίο. Στη στάθμη του ορόφου οι κορνίζες στέφονται, επιπλέον, με γείσο και διακοσμητικούς γεισίποδες. Οι δύο στάθμες, ισογείου και ορόφου, διαχωρίζονται με οριζόντια ταινία και οι ακμές του κτιρίου κοσμούνται με παραστάδες. Η στέψη του κτιρίου ορίζεται με διμερές γείσο και χαμηλό συμπαγές στηθαίο που εγκιβωτίζει τη στέγη. Στην πλάγια όψη ιδιαίτερο μορφολογικό στοιχείο αποτελεί ο παραδοσιακός «κιοσές», μία αρχιτεκτονική προεξοχή που προσομοιάζει με κλειστό στεγασμένο εξώστη.
Αρχοντική κατοικία «Πρώιου»| CHI0045
Επιβλητική διώροφη γωνιακή αρχοντική κατοικία στη συμβολή των οδών Π. Κουντουριώτη και Στ. Πρώιου. Το κτίριο κατασκευάστηκε το 1906, σύμφωνα με την ανάγλυφη επιγραφή στο κλειδί της κεντρικής εισόδου που φέρει επίσης τα αρχικά «Π. Μ. Α.» και ανήκε στην οικογένεια Πρώιου. Η οικογένεια Πρώιου ήταν μία επιφανής οικογένεια της Χίου που ασχολήθηκε με τη ναυτιλία τον 19ο αιώνα. Το πιο γνωστό μέλος της, σημαντικός ευεργέτης της Χίου και της Σύρου, ήταν ο Σταμάτιος Πρώιος (1807-1884) που ασχολήθηκε με το εμπόριο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Σήμερα, το κτίριο στεγάζει γραφεία του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Αρχιτεκτονικά, το κτίριο διακρίνεται για τον πλούσιο διάκοσμο, συνδυάζοντας τις αρχές του νεοκλασικισμού με στοιχεία άλλων ευρωπαϊκών ρυθμών που το κατατάσσουν στο ρεύμα του εκλεκτικισμού. Η κάτοψή του εφάπτεται στα όρια των οδών και διαμορφώνεται με ημικυκλική απότμηση στη συμβολή τους, που στο επίπεδο της όψης τονίζεται με ανοίγματα και κατακόρυφες παραστάδες. Διαθέτει τρεις ανεξάρτητες εισόδους επί των οδών και έχει αύλειο χώρο στο πίσω μέρος της.
Η κατοικία οργανώνεται σε δύο διακριτά επίπεδα με διαφορετική μορφολογική επεξεργασία: έντονες σκοτίες και τοξωτά ανοίγματα στο ισόγειο∙ λείο επίχρισμα και τονισμένα ανοίγματα με οριζόντια ανώφλια, διακοσμητικές κορνίζες και γείσο στον όροφο.
Η κύρια όψη του παρουσιάζει συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα, ο οποίος τονίζεται από την κεντρικά τοποθετημένη είσοδο και την υπερκείμενη loggia με τον καμπυλόσχημο εξώστη. Η κύρια είσοδος βρίσκεται σε μικρή προεξοχή, κοσμείται από μαρμάρινο τοξωτό περιθύρωμα με τονισμένο διακοσμητικό κλειδί και φέρει ξύλινη εξώθυρα με ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις και περίτεχνες σιδεριές. Στον όροφο υπάρχουν εξώστες, συμμετρικά τοποθετημένοι, με χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα, οι οποίοι στηρίζονται σε μαρμαρόγλυπτα φουρούσια. Την στέψη του κτιρίου ορίζει το τριμερές περιμετρικό γείσο με επιζωγραφισμένο με μαιάνδρους και το περιμετρικό στηθαίο της στέγης.
Αστική κατοικία του μεσοπολέμου με Αrt Deco αναφορές | CHI0041
Αξιόλογη αστική κατοικία με νεοκλασικά στοιχεία και Αrt Deco αναφορές. Το κτίριο έχει κατασκευαστεί την περίοδο 1935-6 και είναι χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Αποτελεί ένα από τα ελάχιστα δείγματα αστικών κατοικιών του μεσοπολέμου στην πόλη της Χίου, και για το λόγο αυτό είναι σημαντικό για τη μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής. Αρχικά αποτελούσε την κατοικία της οικογένειας Λαιμού, που δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ναυτιλίας, με καταγωγή από τις Οινούσσες της Χίου.
Το κτίριο είναι διώροφο, έχει ορθογωνική κάτοψη και στεγάζεται με ξύλινη εγκιβωτισμένη κεραμοσκεπή. Φιλοξενεί δύο λειτουργικά ανεξάρτητες κατοικίες, μία σε κάθε όροφο, με ξεχωριστές εισόδους.
Η κύρια όψη του διαμορφώνεται με εκλεκτικιστικά χαρακτηριστικά. Παρουσιάζει τριμερή κατακόρυφη διάρθρωση, σε βάση, κορμό και στέψη, απόλυτη συμμετρία και τονισμένο κεντρικό άξονα κατά τα πρότυπα του νεοκλασικισμού και μορφολογικά στοιχεία με αναφορές Αrt Deco. Αναφορές Art Deco διακρίνονται στην πολυγωνική αρχιτεκτονική προεξοχή «έρκερ» στον όροφο και σε όλα τα γεωμετρικά μοτίβα των μεταλλικών στοιχείων, όπως στα κιγκλιδώματα των εξωστών και στις διακοσμητικές- προστατευτικές σιδεριές των θυρών.
Στο μορφολογικό τρίπτυχο βάση- κορμός- στέψη, η βάση διαμορφώνεται λείο επίχρισμα, ο κορμός, που περιλαμβάνει τα δύο κύρια επίπεδα του κτιρίου (ισόγειο & όροφος), φέρει οριζόντιες σκοτίες στο επίχρισμα και κοσμείται με παραστάδες στις ακμές του. Τα δύο επίπεδα διαχωρίζονται με λιτό προεξέχον γείσο και τα ανοίγματα τονίζονται με επιχρισμένες κορνίζες. Τέλος, η στέψη του κτιρίου κοσμείται με τριμερές γείσο, που φέρει οδοντωτή και επιζωγραφισμένη ταινία με μαιανδροειδές μοτίβο στο κατώτερο τμήμα του. Επιπλέον, χαμηλό συμπαγές στηθαίο εγκιβωτίζει τη στέγη και εντείνει την κατακόρυφη διάσταση του κτιρίου.
Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου | CHI0040
Το κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Χίου αποτελεί έργο των αρχιτεκτόνων Σουζάνας και Δημήτρη Αντωνακάκη και της Ελένης Δεσύλλα. Κατασκευάστηκε το 1965, μετά από την διάκριση της μελέτης τους με το Α΄ βραβείο σε Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό.
Το κτίριο μέσα από ένα σύγχρονο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο γεφυρώνει το μοντερνισμό με την πολιτισμική ταυτότητα του τόπου, συνδυάζοντας παραδοσιακές τεχνικές με τοπικά υλικά, τα δεδομένα του αστικού τοπίου και του κλίματος.
Βασικό στοιχείο του σχεδιασμού αποτελεί ο «κάνναβος», ένα τετράγωνο 7x7μ., βάση του οποίου οργανώνονται όλοι οι εσωτερικοί και οι υπαίθριοι χώροι, και η «πορεία», που μέσα από αλλεπάλληλες μεταβάσεις από επίπεδο σε επίπεδο, με διαδοχικές αλλαγές κατεύθυνσης και περάσματα από ευρείς και στενωπούς χώρους, προσεγγίζεται η κεντρική αυλή του Μουσείου. Χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής γραφής αποτελεί η χρήση του «κενού» και του «πλήρους», εκφρασμένα μέσα από μεγάλα περσιδωτά υαλοστάσια, βαριές λιθοδομές και πληρώσεις οπλισμένου σκυροδέματος.
Σύμφωνα με τους μελετητές «Αυτή η φροντισμένη πολυπλοκότητα καλλιεργείται συνειδητά όχι μόνο στην επεξεργασία αυτής της πορείας, αλλά στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι κλειστοί και οι υπαίθριοι, στεγασμένοι ή μη, χώροι του Μουσείου».
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου, αν και κατασκευασμένο πριν από περίπου 60 χρόνια, αποτελεί μία σύγχρονη έκφραση της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πέραν της αρχιτεκτονικής του κτιρίου, αποτελεί και η μόνιμη συλλογή του μουσείου όπου φιλοξενούνται εκθέματα της προϊστορικής Χίου από την Τελική Νεολιθική Εποχή ως την μυκηναϊκή περίοδο, δείγματα κοροπλαστικής και γλυπτά (αγάλματα, πορτραίτα, ανάγλυφα) από τον 8ο αι. π.χ ως και τη ρωμαϊκή περίοδο, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές και δείγματα κεραμικής και μεταλλοτεχνίας από την αρχαϊκή ως και τη ρωμαϊκή περίοδο και τα σημαντικότερα δείγματα της αρχιτεκτονικής. Στον αύλειο χώρο του Μουσείου εκτίθεται ένας αναστηλωμένος "μακεδονικού τύπου" τάφος και αρχιτεκτονικά μέλη που βρέθηκαν σποραδικά σε όλο το νησί της Χίου.