Το Καρλόβασι βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού της Σάμου και αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη μετά το Βαθύ. Η μεγάλη του γεωγραφική έκταση έγκειται στο ότι χωρίζεται σε τρεις ξεχωριστές περιοχές –το Παλαιό, το Μεσαίο και το Νέο Καρλόβασι– ενώ επιπλέον διακρίνονται ο Όρμος, ή αλλιώς Ρίβα, και το Λιμάνι. Γι’ αυτό άλλωστε συνηθίζεται οι κάτοικοι του νησιού να χρησιμοποιούν και τον πληθυντικό αριθμό, δηλαδή «Καρλοβάσια».
Στα τέλη του 15ου αιώνα, εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Σάμου εγκατάλειψε το νησί, συμπεριλαμβανομένου και του Καρλοβάσου. Οι κάτοικοι βρήκαν καταφύγιο σε άλλους τόπους και κυρίως στην κοντινή τους Χίο.
Από τα μέσα του 16ου αιώνα οι Σαμιώτες άρχισαν να επιστρέφουν στο νησί τους, και μαζί τους ήρθαν και νέοι κάτοικοι από διάφορα μέρη της Ελλάδος, όπως τη Λέσβο, τη Χίο, τη Μικρά Ασία, την Πάτμο, την Εύβοια, τη Νάξο, την Ικαρία, την Πελοπόννησο κ.ά. Στην περιοχή του Καρλοβάσου εγκαταστάθηκαν κυρίως Χιώτες που είχαν Σαμιώτικη καταγωγή, οι Χιοσάμιοι, όπως αποκαλούνται από τους Καρλοβασίτες, αλλά και Ικαριώτες, στη γειτονιά που ονομάστηκε «Καριωτέικα», Ναξιώτες στη γειτονιά «Αξοτολόγι» κ.ο.κ. Σύντομα όλοι αυτοί οι πληθυσμοί δημιούργησαν ένα κοινωνικό σύνολο με ομοιογενή χαρακτήρα και ενιαία τοπική ταυτότητα.
Ο ιδιαίτερος αρχιτεκτονικός χαρακτήρας του οικισμού συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη της βυρσοδεψίας από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά, και την επακόλουθη οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική άνθιση του τόπου. Τα βυρσοδεψεία αναπτύσσονταν κατά μήκος της παραλιακής ζώνης, στην περιοχή της Ρίβας, καθώς η εγγύτητα με τη θάλασσα ήταν ζωτικής σημασίας για την περάτωση των διαδικασιών επεξεργασίας των δερμάτων και για την εύρυθμη λειτουργία των βυρσοδεψείων.
Ο πλούτος που προέκυψε από την εξαγωγή των φημισμένων σαμιώτικων σολοδερμάτων οδήγησε στην ανάπτυξη μιας αστικής τάξης που άλλαξε την μορφή του τόπου. Η νέα αστική τάξη που διαμορφώθηκε, αναπαρήγαγε δυτικά αρχιτεκτονικά πρότυπα στις κατοικίες της, ενσωματώνοντας νεοκλασικά και εκλεκτικιστικά στοιχεία, ενώ παράλληλα ανέλαβε και την ανοικοδόμηση σημαντικών δημόσιων κτηρίων και μεγαλοπρεπών ναών. Το Καρλόβασι στις αρχές του 20ου αιώνα διέθετε ήδη ένα σύγχρονο λιμάνι, εμπορικό αλλά και επιβατικό, καθώς επίσης κι ένα ιππήλατο τραμ με μια εμπορική και μια επιβατική γραμμή.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισε η σταδιακή παρακμή της τοπικής βυρσοδεψίας. Η ανάπτυξη του τουρισμού αποτέλεσε μια από τις κύριες επιθυμίες των τοπικών παραγόντων τις τελευταίες δεκαετίες. Η πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά του Καρλοβάσου δέχτηκε ένα μεγάλο πλήγμα από μία ισχυρή σεισμική δόνηση τον Οκτώβριο του 2020, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος της να χρήζει άμεσης προστασίας προκειμένου να διασωθεί.
Καρλόβασι
Κτήρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς
Στο πλαίσιο των εργασιών του Υποέργου 1, στην πόλη του Καρλοβάσου πραγματοποιήθηκε καταγραφή διακοσίων τεσσάρων (204) κτηρίων, έξι (6) κρηνών και ενός (1) παραδοσιακού περιπτέρου. Τα δεδομένα της καταγραφής εισήχθησαν σε μία ψηφιακή γεωβάση δεδομένων, δημιουργώντας έτσι μία διακριτή ψηφιακή ταυτότητα για κάθε κτήριο. Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν αφορούν σε γεωχωρικά, ιστορικά και αρχιτεκτονικά δεδομένα, σε φωτογραφική αποτύπωση, σε πολεοδομικά χαρακτηριστικά, στην μορφολογία, στην παθολογία και στην κατάσταση διατήρησης των κτηρίων.
Ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο προκειμένου να ανακαλύψετε την νεότερη αρχιτεκτονική κληρονομιά του Καρλοβάσου.