Νησί :Λέσβος
Οικισμός :Μυτιλήνη

Διαδρομή «Μακρύς Γιαλός – Σουράδα»

1

Αρχοντική κατοικία του 19ου αιώνα | MYT0087

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη στα τέλη του 19ου αιώνα στο παραλιακό προάστειο του Μακρύ Γιαλού, όπου ανεγείρονταν την περίοδο εκείνη κατοικίες της ανώτερης τάξης της πόλης, αρχικά για εποχική και αργότερα για μόνιμη εγκατάσταση. 

Η κατοικία ανεγέρθηκε το 1892 σύμφωνα με επιγραφή στο βοτσαλωτό δάπεδο της αυλής. Η κάτοψή της είναι σχεδόν τετραγωνική, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή, και στεγάζεται με τετράριχτη κεραμοσκεπή με γαλλικού τύπου κεραμίδια. Στην πίσω πλευρά του κτιρίου εφάπτεται πτέρυγα με βοηθητικούς χώρους, η οποία στεγάζεται με δώμα. Οι χώροι της κατοικίας οργανώνονται σε τρία επίπεδα: ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφος. 

Αρχιτεκτονικά, παρουσιάζει κυρίως νεοκλασικά χαρακτηριστικά σε συνδυασμό με στοιχεία της οθωμανικής παράδοσης. Η κύρια όψη του κτιρίου παρουσιάζει συμμετρία και τριμερή διάρθρωση, τόσο κατά τον οριζόντιο, όσο και κατά τον κατακόρυφο άξονα (βάση-κορμός-στέψη). Η κύρια είσοδος τοποθετείται στο κεντρικό τμήμα του κτιρίου, ενώ σε αυτήν οδηγεί διάδρομος με βοτσαλωτή επένδυση με περίτεχνα φυτικά μοτίβα, ευθύγραμμο κλιμακοστάσιο και μικρή βεράντα υποδοχής. Η είσοδος, όπως και τα πλευρικά της ανοίγματα, έχει τοξωτό υπέρθυρο οθωμανικού τύπου και φέρει περίτεχνη προστατευτική σιδεριά. Πάνω από την είσοδο υπάρχει μαρμάρινος εξώστης στηριζόμενος σε χυτοσιδηρά φουρούσια, ενώ η εξωστόθυρα πλαισιώνεται από δυο διακοσμητικές κόγχες εκατέρωθεν. Τα υπόλοιπα ανοίγματα του κτιρίου στέφονται με γείσο και γεισίποδες νεοκλασικού τύπου. Η κύρια όψη κοσμείται με στηθαίο με μπαλούστρες στο επίπεδο της στέψης. Οι ακμές του κτιρίου κοσμούνται με παραστάδες που διαφοροποιούνται στα δυο επίπεδα: στο ισόγειο διαμορφώνονται με οδοντωτούς πεσσούς, ενώ στον όροφο φέρουν επίκρανα κορινθιακού τύπου.



2

Οικία Παναγιώτη Βαμβούρη | MYT0089

Επιβλητική αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη την περίοδο 1897-1900 από τον Παναγιώτη Βαμβούρη, Λέσβιο έμπορο στη Βραΐλα της Ρουμανίας και μετέπειτα δημογέροντα Μυτιλήνης. Η κατοικία κατασκευάστηκε σε οικόπεδο δύο στρεμμάτων, στο τότε προάστειο του Μακρύ Γιαλού, σε σχέδια του φημισμένου αρχιτέκτονα Αργύρη Αδαλή. Η κατοικία ανήκει σήμερα σε απογόνους της αρχικής οικογένειας, ενώ στο εσωτερικό διατηρεί τις οροφογραφίες και την παλιά επίπλωση. 

Η κάτοψη της κατοικίας είναι σχεδόν τετραγωνική και στεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή, εγκιβωτισμένη σε περιμετρικό στηθαίο. Στην πίσω πλευρά του κτιρίου εφάπτεται πτέρυγα με βοηθητικούς χώρους, η οποία στεγάζεται με δώμα. Οι χώροι της κατοικίας οργανώνονται σε τρία επίπεδα: υπερυψωμένο ισόγειο με τους επίσημους χώρους υποδοχής, όροφος με τα υπνοδωμάτια, και σοφίτα-σερβανί με τους χώρους διαμονής του υπηρετικού προσωπικού. Το εσωτερικό παρουσιάζει τυπική τριμερή διάταξη, με δωμάτια εκατέρωθεν των μεγάλων κεντρικών χολ στο ισόγειο και τον όροφο. Το κλιμακοστάσιο τοποθετείται στην αριστερή πλευρά του χολ, δημιουργώντας προεξοχή στον όγκο της κατοικίας και απόληξη εν είδει πυργίσκου-belvedere στην κορυφή. O πυργίσκος παρουσιάζει στέγη τύπου mansard με διακοσμημένες απολήξεις και ιδιαίτερους τοξωτούς φεγγίτες. Στους επίσημους χώρους υποδοχής και στα υπνοδωμάτια υπάρχουν οροφογραφίες και επίπλαστος διάκοσμος που φιλοτεχνήθηκαν καλλιτέχνες από τη Σμύρνη. Οι τοίχοι είναι επενδυμένοι με ταπετσαρίες από τη Μασσαλία, και η επίπλωση αγοράστηκε από την Κωνσταντινούπολη και τη Βραΐλα.

Αρχιτεκτονικά, η κατοικία παρουσιάζει κυρίως στοιχεία του νεοκλασικού λεξιλογίου σε συνδυασμό με αναφορές σε άλλους δυτικούς ρυθμούς που την κατατάσσουν στο στυλ του εκλεκτικισμού. Η κύρια όψη του κτιρίου παρουσιάζει απόλυτη συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα και τριμερή διαχωρισμό που αντανακλά την οργάνωση του εσωτερικού. Τα τρία μέρη διαχωρίζονται μεταξύ τους με παραστάδες. Είναι λιτές με οριζόντιους πεσσούς στο πρώτο επίπεδο, ενώ στο δεύτερο φέρουν σύνθετα επίκρανα. Το κεντρικό τμήμα στο οποίο τοποθετείται η είσοδος βρίσκεται σε υποχώρηση και δημιουργεί στεγασμένους ημιυπαίθριους χώρους στα δυο επίπεδα. Στην είσοδο οδηγεί μαρμάρινο κλιμακοστάσιο και άνετη βεράντα υποδοχής. Η κεντρική είσοδος φέρει πλήρες κλασικιστικό περιθύρωμα και πλευρικά ανοίγματα, ενώ υαλοπέτασμα εν είδει ανεμοφράκτη έχει τοποθετηθεί πρόσφατα μπροστά από αυτή. Με αντίστοιχο τρόπο με την είσοδο διαμορφώνεται και το άνοιγμα προς τον ημιυπαίθριο του ορόφου. Όλα τα ανοίγματα πλαισιώνονται με λιτές κορνίζες και φέρουν επίστεψη νεοκλασικού τύπου: με αετώματα στο ισόγειο, ενώ στον όροφο με ευθύγραμμα γείσα και γεισίποδες. Ο επίσημος κήπος της κατοικίας είναι συμμετρικά σχεδιασμένος με σιντριβάνια και αλέες, ενώ εντυπωσιακή είναι και η αυλόθυρα με τους λαξευτούς λίθινους πεσσούς και τις διακοσμητικές γλάστρες.



3

Οικία Νικόλαου Κούμπα | MYT0090

Επιβλητική αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1925 στο παραλιακό μέτωπο του Μακρύ-Γιαλού. Την κατοικία ανέγειρε ο Νικόλαος Κούμπας, μέλος παλιάς και πολυπληθούς μυτιληναίας οικογένειας γαιοκτημόνων, προεστών και εμπόρων της διασποράς. Τα σχέδια της κατοικίας εκπόνησε το τεχνικό γραφείο των Φλώρου-Γεωργιάδη από την Αίγυπτο, όπου ο Κούμπας είχε αναπτύξει οικονομική δραστηριότητα. Το οικόπεδο για την ανέγερση της κατοικίας δόθηκε ως προίκα στην σύζυγο του, μέσω κατάτμησης της μεγάλης ιδιοκτησίας Κουκλέλη-Καψιμάλη, η οποία ανήκε στην οικογένεια της. 

Η κατοικία οργανώνεται σε τρία επίπεδα, με τους χώρους διαμονής του υπηρετικού προσωπικού να προβλέπονται το κατώτερο επίπεδο αντί της σοφίτας που ήταν το σύνηθες σε προγενέστερους τύπους. Είναι κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με σύνθετη κεραμοσκεπή, εγκιβωτισμένη σε περιμετρικό στηθαίο. Αρχιτεκτονικά, το κτίριο παρουσιάζει έναν συνδυασμό στοιχείων διαφόρων ρυθμών: νεοκλασικών, μοντερνιστικών, Art Nouveau, Beaux Arts. Οι όψεις αρθρώνονται με βάση το κλασικιστικό τρίπτυχο «βάση-κορμός-στέψη». Άλλα νεοκλασικά στοιχεία αποτελούν το πρόπυλο με τους κίονες ιωνικού ρυθμού, το μαρμάρινο περιθύρωμα της εισόδου με τους ρόδακες και το γείσο της στέγης με την οδοντωτή ταινία. Art Nouveau έμπνευσης είναι οι προστατευτικές σιδεριές της εξώθυρας, τα φουρούσια και τα κιγκλιδώματα των εξωστών, όπως και τα άνθινα διακοσμητικά στοιχεία της στέψης του κτιρίου. Μοντέρνας επιρροής μπορούν να θεωρηθούν κάποια απλουστευμένα και σχηματικά στοιχείων των όψεων, όπως το καμπύλο στηθαίο με τις κυκλικές οπές και η λιτή καμπύλη πλαισίωση του τρίλοβου ανοίγματος. Στην κεντρική είσοδο της κατοικίας οδηγεί ευρύς διάδρομος με γεωμετρικά διακοσμημένα τσιμεντοπλακίδια.



4

Οικία Δουκάκη Κουκλέλη | MYT0091

Διώροφη αρχοντική κατοικία της πρώιμης περιόδου (πριν το 1880), κατασκευασμένη στο εξοχικό τότε προάστειο του Μακρύ-Γιαλού. Την κατοικία ανέγειρε ο Δουκάκης Κουκλέλης, Λέσβιος έμπορος στη Ρουμανία και την Αίγυπτο. 

Η κατοικία ήταν αρχικά σχεδιασμένη με βάση τα πρότυπα της οθωμανικής αρχιτεκτονικής, με παραδοσιακό ξύλινο σαχνισί με ξυλόγλυπτο διάκοσμο και λιτά λοιπά στοιχεία των όψεων, όπως μαρτυρά φωτογραφία από τα τέλη του 19ου αιώνα. Φαίνεται, ωστόσο, ότι υπέστη εκτεταμένες επεμβάσεις στο γύρισμα του αιώνα, όταν μετατράπηκε από εξοχική σε μόνιμη κατοικία με βάση τα σχέδια του εμπειρικού αρχιτέκτονα Δ. Μεϊμάρη. Τότε απέκτησε στοιχεία του νεοκλασικού λεξιλογίου, όπως την τριμερή διάρθρωση σε «βάση-κορμό-στέψη», τις οριζόντιες ταινίες διαχωρισμού των επιπέδων, το πρόπυλο με τους δωρικούς κίονες, τη διακοσμητική στέψη των ανοιγμάτων και το κεντρικό belvedere με το αέτωμα. 

Η κάτοψη της κατοικίας είναι σχεδόν τετραγωνική και καλύπτεται με σύνθετη κεραμοσκεπή. Η αρχική κατοικία οργανωνόταν σε τρία επίπεδα (ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφος), ενώ αργότερα προστέθηκε σοφίτα, με τους κυκλικούς της φεγγίτες να προβάλλουν στις όψεις. Στο κατώτερο επίπεδο, μαζί με τους βοηθητικούς χώρους, υπήρχε επίσης χαμάμ. Οι χώροι της κατοικίας έχουν τριμερή διάταξη εκατέρωθεν μεγάλου χολ, με το εσωτερικό κλιμακοστάσιο να βρίσκεται στο βάθος. Στην κεντρική είσοδο της κατοικίας οδηγεί εντυπωσιακή βοτσαλωτή αυλή με περίτεχνα σχέδια και λιτό ευθύγραμμο κλιμακοστάσιο με βεράντα υποδοχής. Δευτερεύουσες προσβάσεις προβλέπονται από την πίσω πλευρά του κτιρίου.



5

Οικία Γεωργίου Δομένικου | MYT0093

Αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1920 για να στεγάσει την οικογένεια του Γ. Δομένικου, μέλους της παλιάς ανώτερης τάξης της Μυτιλήνης, πιθανά από την εποχή της Γενουοκρατίας. Ο Γ. Δομένικος είχε αναπτύξει οικονομική δραστηριότητα στην Αίγυπτο, απ’ όπου επέστρεψε με μεγάλη περιουσία. Η κατοικία σήμερα ανήκει σε απογόνους της αρχικής οικογένειας και προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. 

Η κατοικία ανεγέρθηκε σε σχέδια άγνωστου αρχιτέκτονα στο παραλιακό προάστειο της Σουράδας, σε μεγάλη έκταση που έφτανε μέχρι τη θάλασσα. Το κτίριο έχει κάτοψη σχεδόν τετραγωνική, φέροντα οργανισμό από λιθοδομή και ξύλινη στέγη με γαλλικού τύπου επικεράμωση. Οι επίσημοι χώροι του αναπτύσσονται στο υπερυψωμένο ισόγειο και οι βοηθητικοί στο χαμηλωμένο ισόγειο, ενώ δεν εμφανίζεται ανώτερο επίπεδο, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των αρχοντικών κατοικιών της Μυτιλήνης. 

Αρχιτεκτονικά, αποτελεί έκφραση ενός όψιμου νεοκλασικισμού, ο οποίος εκφράζεται κυρίως μέσα από την έντονα διακοσμητική διάθεση της κύριας όψης. Η πρόσοψη έχει τυπική τριμερή διάρθρωση και παρουσιάζει συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα. Στην κεντρική είσοδο της κατοικίας οδηγεί ανωφερής διάδρομος διαμέσου του προκηπίου που αναπτύσσεται σε στάθμες λόγω του επικλινούς εδάφους. Την κεντρική μορφολογική ενότητα της εισόδου απαρτίζουν το μαρμάρινο κλιμακοστάσιο με τις μπαλούστρες και το κλασικιστικό πρόπυλο που κοσμείται με κίονες σύνθετου ρυθμού. Η εξώθυρα πλαισιώνεται από μαρμαρόγλυπτο περιθύρωμα με ελαφρά καμπυλωμένο υπέρθυρο, και από ζεύγος υψίκορμων ανοιγμάτων εκατέρωθεν. Τόσο η εξώθυρα όσο και τα ανοίγματα κοσμούνται με ιδιαίτερα περίτεχνο προστατευτικό κιγκλίδωμα. Ιδιαίτερη πλαισίωση φέρουν και τα άλλα ανοίγματα που τοποθετούνται στο μπροστινό-επίσημο μέρος της κατοικίας, με αέτωμα, γεισίποδες και γεωμετρικό διάκοσμο στην ποδιά. Τέλος, η επίστεψη αυτού του τμήματος περιλαμβάνει στηθαίο και προεξέχον γείσο με γεισίποδες.



6

Αρχοντικό Κατσάνη | MYT0094

Αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη στα 1930 από τον Νικόλαο Μητρέλια στην περιοχή της Σουράδας. Την ιδιοκτησία κληρονόμησε και κατοίκησε μέχρι και τη δεκαετία του 1980 η οικογένεια Κατσάνη, με της οποίας το όνομα έχει έκτοτε συνδεθεί. Το 1990 το κτίριο αγοράστηκε από το ΕΛ.ΚΕ.ΠΑ. (Ελληνικό Κέντρο Παραγωγικότητας) και πραγματοποιήθηκαν εργασίες αποκατάστασης, χωρίς ωστόσο τελικά να αξιοποιηθεί. Πέρασε έπειτα στην ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου, με την προοπτική να αξιοποιηθεί ως σχολικό κτίριο. Το 2016 αγοράστηκε από τον Δήμο Λέσβου, προκειμένου να μετεγκατασταθεί εκεί το Μουσικό Σχολείο Λέσβου, και πάλι όμως το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε για τεχνικούς λόγους. Σήμερα, το κτίριο προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, αλλά παραμένει σε αχρησία.

Η κατοικία κατασκευάστηκε σε οικόπεδο τριών περίπου στρεμμάτων και έχει συνολικό εμβαδόν 440 τ.μ. Έχει κάτοψη σχεδόν τετραγωνική και φέρει ξύλινη πολύπτυχη κεραμοσκεπή με γαλλικού τύπου επικεράμωση. Οι χώροι της οργανώνονται σε τρία επίπεδα: ημιυπόγειο, ισόγειο και όροφος. Αρχιτεκτονικά, συνδυάζει στοιχεία από διαφορετικά ευρωπαϊκά και ανατολίτικα ρεύματα που την κατατάσσουν στο στυλ του εκλεκτικισμού. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτιρίου αποτελούν οι ξύλινες αρχιτεκτονικές προεξοχές του ορόφου στην κύρια όψη, που παραπέμπουν τυπολογικά στο οθωμανικό σαχνισί. Άλλο στοιχείο οθωμανικής έμπνευσης αποτελεί το έντονα προεξέχον ξύλινο γείσο της στέγης. Η κεντρική είσοδος προς το ισόγειο της κατοικίας είναι εντυπωσιακή, με ξυλόγλυπτο διάκοσμο και περίτεχνη προστατευτική σιδεριά. Στεγάζεται δε από την προεξοχή του ορόφου που στηρίζεται σε μεγάλη αψίδα. Σε έτερη είσοδο από την πλαϊνή όψη του κτιρίου οδηγεί εξωτερικό λίθινο κλιμακοστάσιο και μικρή βεράντα υποδοχής. Ιδιαίτερης μορφολογικής επεξεργασίας είναι το στηθαίο της βεράντας και του κλιμακοστασίου, μοντερνιστικής έμπνευσης, όπως και η διακοσμητική πλαισίωση των ανοιγμάτων με παραπομπές στη μοντέρνα αλλά και τη βυζαντινή αρχιτεκτονική. Στο εσωτερικό του κτιρίου ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ξύλινα σκαλιστά πετάσματα του χώρου υποδοχής, το μαρμάρινο τζάκι, οι διαχωριστικές τζαμόπορτες και το ξύλινο κλιμακοστάσιο που οδηγεί στον όροφο.



7

Νεοκλασική αρχοντική κατοικία | MYT0095

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη γύρω στα 1920 στην περιοχή της Σουράδας. Η κατοικία έχει κάτοψη σχήματος «Τ» από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με ξύλινη στέγη με γαλλικού τύπου επικεράμωση, εγκιβωτισμένη σε περιμετρικό συνεχές στηθαίο. Οι χώροι της κατοικίας οργανώνονται κατά το σύνηθες σε τρία επίπεδα: ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφος. Οι όψεις της φέρουν πλούσιο διάκοσμο, εμπνευσμένο από τον νεοκλασικισμό. 

Η αυλόθυρα οδηγεί σε ευρύ διάδρομο επενδυμένο με έγχρωμα τσιμεντοπλακίδια, ο οποίος καταλήγει σε κλιμακοστάσιο και βεράντα υποδοχής. Η κεντρική είσοδος πλαισιώνεται από ζεύγος παραστάδων και επιστύλιο με διακοσμητικούς ρόδακες. Αντίστοιχη διακοσμητική πλαισίωση φέρει το σύνολο των ανοιγμάτων του ισογείου. Η εξώθυρα είναι ξύλινη δίφυλλη με ξυλόγλυπτες λεπτομέρειες και υαλοστάσια με σιδεριά. Πάνω από την είσοδο προβάλει αρχιτεκτονική προεξοχή που παραπέμπει στο παραδοσιακό σαχνισί της οθωμανικής αρχιτεκτονικής. Το στοιχείο αυτό είναι κτιστό, στηριζόμενο σε φουρούσια στο κάτω μέρος και ξύλινο με υαλοστάσια στο άνω. Το διακοσμητικό λεξιλόγιο διαφοροποιείται κατά το νεοκλασικό πρότυπο ανά επίπεδο, ενώ εντείνεται προοδευτικά προς τα πάνω. Έτσι, τα ανοίγματα του ορόφου φέρουν επίσης πλαισίωση με παραστάδες, ανάγλυφο γεωμετρικό διάκοσμο στην ποδιά, και ιδιαίτερο γείσο με καμπυλωμένες απολήξεις και τονισμένο διακοσμητικό κλειδί ως επίστεψη. Τα επίπεδα διακρίνονται μεταξύ τους με περιμετρική οριζόντια ταινία. Ο οριζόντιος διαχωρισμός κατά ζώνες τονίζεται με διακοσμητικές σκοτίες στο επίχρισμα και περιμετρικές ταινίες στο ύψος της ποδιάς των ανοιγμάτων. Το επίπεδο της στέψης του κτιρίου ορίζεται με γείσο και οδοντωτή ταινία. Το προεξέχον τμήμα της πρόσοψης φέρει αετωματική επίστεψη με ακροκέραμα νεοκλασικού τύπου στις γωνίες και την κορυφή. Οι υπόλοιπες όψεις τηρούν επίσης την κεντρική συμμετρία, ενώ στη νότια πλευρά εμφανίζεται εξώστης, στηριζόμενος σε λιτά κτιστά φουρούσια.



8

Πύργος Κωνσταντίνου Χατζηχριστόφα | MYT0096

Μνημειακή αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1916 στην περιοχή «Σουράδα» της Μυτιλήνης από τον Κωνσταντίνο Χατζηχριστόφα. Πρόκειται για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κτίρια της πόλης, τεκμήριο της οικονομικής ακμής της αστικής τάξης της Λέσβου και αξιόλογο δείγμα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής. Το κτίριο είναι γνωστό σήμερα ως «Πύργος Μυτιλήνης» ή «Ζαχαρένιος Πύργος» λόγω της ενασχόλησης του αρχικού ιδιοκτήτη με την εμπορία ζάχαρης. Ως αρχιτέκτονας του κτιρίου αναφέρεται ο Ιγνάτιος Βαφειάδης, ενώ κάποιες πηγές το αποδίδουν στον Ασημάκη Φούσκα. Τις τελευταίες δεκαετίες και μέχρι τον Μάρτιο του 2020 λειτουργούσε ως τουριστικό κατάλυμα, ενώ έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης.

Το κτίριο είναι πανταχόθεν ελεύθερο, με σύνθετη κάτοψη και συνολικό εμβαδόν 586 τ.μ. Αναπτύσσεται σε τρεις ορόφους (ισόγειο και δύο όροφοι) και τη σοφίτα. Ο φέρων οργανισμός του κτιρίου είναι από λιθοδομή και φέρει εγκιβωτισμένη ξύλινη στέγη με φεγγίτες και επικάλυψη από γαλλικά κεραμίδια. Χαρακτηριστικό μορφολογικό στοιχείο του κτιρίου αποτελεί ο πλευρικός κυλινδρικός όγκος, που υψώνεται ως πύργος υπεράνω του κτιρίου. Τόσο ο πύργος όσο και ο κεντρικός προεξέχων όγκος της κύριας εισόδου που καταλήγει σε πρόπυλο, αποτελούν ξεχωριστά μορφολογικά και τυπολογικά στοιχεία, ενώ στεγάζονται με δώμα.

Η μορφολογική επεξεργασία των όψεων διαχωρίζεται ανά επίπεδο, με ένταση της διακοσμητικής διάθεσης καθ’ ύψος. Ο διαχωρισμός των επιπέδων τονίζεται επίσης και με τις επαναλαμβανόμενες περιμετρικές διακοσμητικές ταινίες. Στην στάθμη του ισογείου συναντάται πιο απλή διαμόρφωση, με εμφανή λίθινα περιθυρώματα και ανοίγματα χωρίς σκούρα, με προστατευτικές σιδεριές. Στον πρώτο όροφο εμφανίζεται πιο επεξεργασμένος, επίπλαστος διάκοσμος σε απομίμηση λαξευτής λιθοδομής στην πλαισίωση των ανοιγμάτων. Στον δεύτερο όροφο και την σοφίτα υπάρχει πλούσια διακοσμητική πλαισίωση των ανοιγμάτων με παραστάδες με επίκρανα ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού αντίστοιχα. Οι ποδιές των παραθύρων του δευτέρου ορόφου διακοσμούνται με ανάγλυφα γύψινα γεωμετρικά μοτίβα (αλυσίδες), ενώ περίτεχνα γύψινα κοσμήματα συναντώνται και στις ανώτερες στάθμες του πύργου, εκατέρωθεν των ανοιγμάτων. 

Η διαμόρφωση του χώρου της κεντρικής εισόδου του κτιρίου είναι μνημειακή. Η επιβλητική εξωτερική μαρμάρινη αμφίπλευρη κλίμακα με τα χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα, οδηγεί στον πρώτο όροφο σε στεγασμένο πρόπυλο με ολόσωμους μαρμάρινους κίονες ιωνικού ρυθμού που φέρουν μαρμάρινο επιστύλιο. Εκατέρωθεν της κεντρικής εξώθυρας με την περίτεχνη προστατευτική σιδεριά υπάρχουν μαρμάρινες παραστάδες. Πάνω από την κύρια είσοδο, στον δεύτερο όροφο, διαμορφώνεται ο κλειστός προεξέχων όγκος που συμβάλει στον τονισμό του άξονα της εισόδου. Η μορφολόγηση του κεντρικού αυτού όγκου είναι μείγμα κλασικιστικών και ανατολίτικων στοιχείων. Διαμορφώνονται μεγάλα τοξωτά ανοίγματα που πλαισιώνονται από ζεύγη παραστάδων με επίκρανα κορινθιακού ρυθμού, ενώ η μετόπη και η ταινία του θριγκού διακοσμούνται με ανάγλυφα γύψινα φυτικά και γεωμετρικά μοτίβα (μαιάνδρους) αντίστοιχα. Στην ανατολική - πίσω όψη του κτιρίου, τα μεγάλα ανοίγματα που οδηγούν στην βεράντα του πρώτου ορόφου πλαισιώνονται από οδοντωτό λίθινο περιθύρωμα και έχουν συμπαγή μεταλλικά τρίφυλλα εξώφυλλα. 

Επιπλέον, μορφολογικά στοιχεία του κτιρίου αποτελούν οι εξώστες με τα περίτεχνα χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα και τα μαντεμένια φουρούσια στήριξης, καθώς και τα στηθαία, συμπαγή και με μπαλούστρες. Στο εσωτερικό, ξεχωρίζουν ο πλούσιος γύψινος διάκοσμος στις οροφές με ανάγλυφες ταινίες και ροζέτες, τα εσωτερικά πετάσματα και ο ανεμοφράκτης με ξύλινα ταμπλαδωτά υαλοστάσια και περίτεχνη διακόσμηση.



9

Οικία Αντώνιου Γούτου | MYT0097

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1905 στο κατάφυτο προάστειο της Σουράδας, σε οικόπεδο έκτασης 2,5 στρεμμάτων που έφτανε μέχρι τη θάλασσα. Αρχικός ιδιοκτήτης ήταν ο Αντώνιος Γούτος, μέλος παλιάς οικογένειας της Μυτιλήνης, μεγαλογαιοκτήμονας και πρόκριτος κατά την οθωμανική περίοδο. Ως αρχιτέκτονας του κτιρίου αναφέρεται ο Αργύρης Αδαλής, ο οποίος σχεδίασε τα σημαντικότερα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια της Μυτιλήνης εκείνη την περίοδο. Η κατοικία ανήκει μέχρι σήμερα σε απογόνους της αρχικής οικογένειας, ενώ έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης.

Το κτίριο έχει κάτοψη τετραγωνική, είναι κατασκευασμένο από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με ξύλινη πολύπτυχη κεραμοσκεπή με γαλλικού τύπου κεραμίδια. Οι χώροι της οργανώνονται σε τέσσερα επίπεδα: ημιυπόγειο, υπερυψωμένο ισόγειο, όροφος και σοφίτα-σερβανί. Στο εσωτερικό παρουσιάζει τυπική τριμερή διάρθρωση με χώρους εκατέρωθεν των μεγάλων κεντρικών χολ, με το κλιμακοστάσιο να τοποθετείται πλευρικά. Στο ημιυπόγειο βρίσκονταν οι βοηθητικοί χώροι της κατοικίας: το χαμάμ, το πλυσταριό, το κελάρι και το πρόχειρο αναγκαίο. Στο ισόγειο ήταν οι επίσημοι χώροι υποδοχής (σάλα, σαλόνι, τραπεζαρία) και η κουζίνα. Στον όροφο βρίσκονταν τα υπνοδωμάτια και στη σοφίτα οι χώροι διαμονής του υπηρετικού προσωπικού. Η σοφίτα έχει μεγάλο εσωτερικό ύψος, λόγω των οξυκόρυφων απολήξεων της στέγης, και φωτίζεται με παράθυρα προς όλες τις πλευρές του κτιρίου. 

Αρχιτεκτονικά, το κτίριο παρουσιάζει έναν συνδυασμό στοιχείων διαφορετικών στυλ, ενώ κυρίαρχη είναι η χρήση μορφολογικών στοιχείων του νεοκλασικισμού. Στα δυο ανώτερα επίπεδα εμφανίζεται ιδιαίτερα επιμελημένος νεοκλασικός διάκοσμος: καμπύλα γείσα ανοιγμάτων με γεισίποδες και διακοσμητικά «κλειδιά», κόγχες, οδοντωτές ακμές και ανάγλυφα κεντρικά κοσμήματα. Το έντονα προεξέχον ξύλινο γείσο της στέγης είναι οθωμανικής έμπνευσης, ενώ ιδιαίτερη μορφολογική επεξεργασία παρουσιάζουν και οι καμινάδες της νότιας πλευράς.  Οι οξυκόρυφες απολήξεις της στέγης στις δύο όψεις φέρουν μεταλλικό κόσμημα και παραπέμπουν στο στυλ Picturesque.



10

Αρχοντικό Οδυσσέα Κουκλέλη | MYT0098

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη στο προάστειο της Σουράδας σε μεγάλη παραθαλάσσια έκταση έξι περίπου στρεμμάτων. Αρχικός ιδιοκτήτης της ήταν ο Οδυσσέας Κουκλέλης, μέλος παλιάς σημαντικής οικογένειας της Λέσβου. Ο ίδιος ανέπτυξε εμπορική δραστηριότητα στην Αίγυπτο όπου διέμενε μόνιμα, ενώ ανέγειρε την συγκεκριμένη κατοικία ως εξοχική. Το κτίριο κατασκευάστηκε την περίοδο 1900-1905, πιθανά σε σχέδια του εμπειρικού αρχιτέκτονα Δ. Μεϊμάρη. 

Το κτίριο είναι κατασκευασμένο από φέρουσα λιθοδομή, έχει κάτοψη τετραγωνική και στεγάζεται με τετράριχτη κεραμοσκεπή με γαλλικά κεραμίδια. Οι χώροι του οργανώνονται σε τρία επίπεδα: ημιυπόγειο με βοηθητικές χρήσεις, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφος με κύριους χώρους της κατοικίας. Στο εσωτερικό παρουσιάζει τυπική τριμερή διάρθρωση με δωμάτια εκατέρωθεν των μεγάλων κεντρικών χολ, με το κλιμακοστάσιο να τοποθετείται πλευρικά. 

Αρχιτεκτονικά, διέπεται από τα πρότυπα του νεοκλασικισμού, καθώς εμφανίζει συμμετρία στις κύριες όψεις, τριμερή διάρθρωση σε «βάση-κορμό-στέψη», και χρήση επιμέρους νεοκλασικών μορφολογικών στοιχείων, όπως γωνιακές παραστάδες με επίκρανα, γείσα με γεισίποδες και ανάγλυφα κοσμήματα στη στέψη των ανοιγμάτων, κλπ. Η βάση του κτιρίου διαμορφώνεται με μίμηση ισόδομης λιθοδομής κατά ζώνες και λίθινα στιβαρά πλαίσια περιμετρικά των ανοιγμάτων. Η πρόσβαση στην κατοικία γίνεται από δύο μαρμάρινα κλιμακοστάσια με βεράντες υποδοχής, αντιδιαμετρικά τοποθετημένα στην πρόσοψη και την πίσω όψη. Μπροστά από την επίσημη είσοδο υπάρχει ευρύς διάδρομος, επενδυμένος με μαρμαρόπλακες, και μαρμάρινο σιντριβάνι. Η κύρια όψη οργανώνεται σε τρία μέρη, με την είσοδο να βρίσκεται τοποθετημένη στο κεντρικό. Το τμήμα αυτό παρουσιάζει υποχώρηση στο ανώτερο επίπεδο, διαμορφώνοντας ημιυπαίθριο χώρο με μικρό εξώστη (loggia), ο οποίος στηρίζεται σε χυτοσιδηρά φουρούσια και φέρει προστατευτικό κιγκλίδωμα με μαιάνδρους και ανθέμια. Τονίζεται δε και στο επίπεδο της στέψης με διακοσμητικό αέτωμα. Στον κήπο υπάρχει το αμαξοστάσιο με το σπίτι του αμαξά και του κηπουρού.



11

Οικία Φωκίωνα Λαλέλλη | MYT0099

Αξιόλογη διώροφη κατοικία, κατασκευασμένη το 1907 από τον Φωκίωνα Λαλέλλη στο κατάφυτο προάστειο της Σουράδας. Αποτελεί το μόνο δείγμα αρχοντικής κατοικίας σε αυτή την περιοχή που τοποθετείται στο μέτωπο του δρόμου χωρίς προκήπιο. 

Η κατοικία έχει κάτοψη σχεδόν τετραγωνική και στεγάζεται με πολύπτυχη ξύλινη στέγη με γαλλικού τύπου κεραμίδια. Το εσωτερικό της οργανώνεται σε τέσσερα επίπεδα: ημιυπόγειο, ισόγειο, όροφος και σοφίτα-σερβανί. Αρχιτεκτονικά, συνδυάζει στοιχεία της τοπικής παράδοσης με χαρακτηριστικά δυτικών ρευμάτων που ήταν διαδεδομένα στις κατοικίες της ανώτερης κοινωνικής τάξης της εποχής. Παραπέμπει ιδιαίτερα σε θερινές κατοικίες που ανεγείρονταν στα περίχωρα των μεγάλων αστικών κέντρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Προύσα κλπ) από τα μέσα του 19ου αιώνα. 

Η κύρια όψη του κτιρίου οργανώνεται βάσει του κεντρικού κατακόρυφου άξονα συμμετρίας. Η είσοδος τοποθετείται κεντρικά και αντανακλά την τριμερή διάρθρωση του εσωτερικού. Τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα τονίζει επίσης η ύπαρξη αρχιτεκτονικής προεξοχής με ξυλόγλυπτο διάκοσμο πάνω από την είσοδο που παραπέμπει στο παραδοσιακό σαχνισί. Επιπλέον, ο κεντρικός άξονας τονίζεται με την ύπαρξη του φεγγίτη για τον φωτισμό της σοφίτας και την οξυκόρυφη απόληξη τη στέγης. Αντίστοιχα ανοίγματα για τον φωτισμό της σοφίτας εμφανίζονται σε όλες τις όψεις του κτιρίου. Τα υπόλοιπα ανοίγματα κοσμούνται με διακοσμητικό γείσο και γεισίποδες στη στέψη. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτιρίου αποτελεί τέλος το έντονα προεξέχον γείσο της στέγης το οποίο στηρίζουν περιμετρικά ξυλόγλυπτα φουρούσια.



12

Οικία Απόστολου Ευστρατίου | MYT0100

Εντυπωσιακή διώροφη κατοικία, κατασκευασμένη γύρω στα 1905 στο προάστειο της Σουράδας. Ο Απόστολος Ευστρατίου, μέλος παλιάς οικογένειας προκρίτων της Μυτιλήνης, ανέγειρε την κατοικία για μόνιμη εγκατάσταση με το χρηματικό ποσό της προίκας της συζύγου του Μερόπης Χριστοφίδη, όταν για άγνωστους λόγους αποφάσισαν να εγκαταλείψουν την κατοικία της οδού Βουρνάζων (ΜΥΤ0003) στην οποία μέχρι τότε διέμεναν. Τα σχέδια της κατοικίας επιμελήθηκε κατά πάσα πιθανότητα ξένος αρχιτέκτονας από την Αγγλία, όπου ο Ευστρατίου είχε ζήσει για αρκετά χρόνια. Η κατοικία αργότερα πωλήθηκε, ανακαινίστηκε και κατοικείται από νέους ιδιοκτήτες, ενώ έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης.

Αρχιτεκτονικά, το κτίριο παρουσιάζει έναν συνδυασμό δυτικοευρωπαϊκών στυλ, όπως το Picturesque και ο Νεογοτθικισμός, ενώ είναι κατασκευασμένο με εμφανή οπτοπλινθοδομή από κόκκινα τούβλα με σφραγίδα Μασσαλίας. Η κάτοψη του κτιρίου είναι επιμήκης και στενομέτωπη, προφανώς λόγω της στενότητας του οικοπέδου. Στο εσωτερικό παρουσιάζει μια συνεπτυγμένη μορφή της τυπικής τριμερούς διάρθρωσης, με μακρύ διάδρομο στη θέση του μεγάλου κεντρικού χολ, εκατέρωθεν του οποίου βρίσκονται τα δωμάτια και το εσωτερικό κλιμακοστάσιο. Στο ημιυπόγειο βρίσκονταν οι χώροι καθημερινής διαμονής της οικογένειας, καθώς εκεί βρισκόταν η κουζίνα και η πρόχειρη τραπεζαρία. Τα υπνοδωμάτια βρίσκονταν στον όροφο, ενώ στην σοφίτα υπήρχαν δυο χώροι διαμονής του υπηρετικού προσωπικού και έναν πυργίσκος belvedere με περιμετρικά παράθυρα και πανοραμική θέα. Ο πυργίσκος φέρει ιδιαίτερη οξυκόρυφη στέγη με επικάλυψη από φύλλα μόλυβδου, ενώ ο κύριος όγκος του κτιρίου στεγάζεται με ξύλινη στέγη με επικάλυψη από αυλακωτά φύλλα ψευδάργυρου. 

Ιδιαίτερα επιμελημένη μορφολογικά είναι η κεντρική είσοδος της κατοικίας, η οποία πλαισιώνεται από ζεύγος παραστάδων με ιωνικά επίκρανα, τοξωτό ανώφλι και διακοσμητικό αέτωμα με ανάγλυφες λεπτομέρειες. Η εξώθυρα φέρει υαλοστάσια με προστατευτικό κιγκλίδωμα Art Nouveau έμπνευσης. Άλλα ιδιαίτερα μορφολογικά στοιχεία των όψεων αποτελούν οι οδοντωτές ακμές του κτιρίου και ο ανάγλυφος διάκοσμος στη στέψη του κτιρίου.



13

Οικία Νικόλαου Ράλλη | MYT0101

Αρχοντική κατοικία κατασκευασμένη περίπου το 1910 στην περιοχή της Σουράδας. Την κατοικία ανέγειρε ο Νικόλαος Ράλλης, μυτιληνιός έμπορος της διασποράς στην Αίγυπτο.  

Η κατοικία έχει σχεδόν τετραγωνική κάτοψη  κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή με γαλλικού τύπου επικάλυψη. Οι χώροι της οργανώνονται σε τρία επίπεδα: ημιυπόγειο με βοηθητικές χρήσεις, υπερυψωμένο ισόγειο και όροφος με κύριους χώρους της κατοικίας. Στο πίσω μέρος του κτιρίου έχει προστεθεί μεταγενέστερος όγκος, ο οποίος στεγάζεται με δώμα. Στο εσωτερικό παρουσιάζει τυπική τριμερή διάρθρωση με δωμάτια εκατέρωθεν των μεγάλων κεντρικών χολ, με το κλιμακοστάσιο να τοποθετείται στο βάθος. Στο ημιυπόγειο βρίσκονταν η κουζίνα, το κελάρι, το χαμάμ και το πλυσταριό. Οι επίσημοι χώροι φέρουν ζωγραφικό διάκοσμο από άγνωστο καλλιτέχνη. 

Αρχιτεκτονικά, το κτίριο παρουσιάζει κυρίαρχα νεοκλασικά στοιχεία, όπως η διαμόρφωση των όψεων με βάση το τρίπτυχο «βάση-κορμός-στέψη», η συμμετρία ως προς τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα και η λίθινη διαχωριστική ταινία μεταξύ των επιπέδων. Η βάση του κτιρίου διαμορφώνεται με εμφανή λιθοδομή, διαμορφωμένη σε ζώνες με βαθιές σκοτίες, και ανοίγματα χωρίς σκούρα, με προστατευτικές σιδεριές. Η κύρια όψη οργανώνεται σε τρία μέρη, με την είσοδο να βρίσκεται τοποθετημένη στο κεντρικό. Η είσοδος πλαισιώνεται από μαρμάρινο κλασικιστικό περιθύρωμα με ανάγλυφους ρόδακες, ενώ σε αυτήν οδηγεί επιβλητικό μαρμάρινο κλιμακοστάσιο. Το τμήμα αυτό παρουσιάζει υποχώρηση στο ανώτερο επίπεδο, διαμορφώνοντας ημιυπαίθριο χώρο τύπου loggia. Τονίζεται δε και στο επίπεδο της στέψης, καθώς υψώνεται για να διαμορφωθεί το άνοιγμα της σοφίτας εν είδει αρχαϊκού aedicule. Εκατέρωθεν της loggia εμφανίζονται δύο εξώστες, στηριζόμενοι σε κτιστά και ανάγλυφα διακοσμημένα φουρούσια. Τα ανοίγματα του ισογείου φέρουν διακοσμητικό «κλειδί» ως επίστεψη, ενώ αυτά του ορόφου φέρουν γείσο με «σταγόνες».



14

Αρχοντικό Αλεπουδέλλη | MYT0102

Ιστορική αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη την περίοδο 1910-1912 από τον Θρασύβουλο Αλεπουδέλλη ως εξοχική. Ο Αλεπουδέλλης ανήκε στην τάξη των αυτοδημιούργητων εμπόρων και επιχειρηματιών της Λέσβου που αναδύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήταν βιομήχανος σαπωνοποιίας με εγκαταστάσεις στον Πειραιά, όπου κατοικούσε μόνιμα μαζί με τη σύζυγό του Μαρία Σιφναίου. Ιστορικά πρόσωπα που συνδέθηκαν με την κατοικία ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, προσωπικός φίλος του ιδιοκτήτη, και ο ανιψιός του, Οδυσσέας Ελύτης. Η κατοικία σήμερα παραμένει σε απογόνους των αρχικών ιδιοκτητών και διατηρείται στην αρχική της μορφή, ενώ προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης.

Η κατοικία ανεγέρθηκε σε μεγάλη παραθαλάσσια έκταση  τεσσάρων περίπου στρεμμάτων στο προάστειο της Σουράδας, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ηλιάδη από την Κωνσταντινούπολη και υπό την επίβλεψη του ντόπιου εμπειρικού αρχιτέκτονα Ασημάκη Φούσκα. Το πρωτότυπο σχέδιο της πρόσοψης που σώζεται φαίνεται ότι προέβλεπε πλουσιότερο διάκοσμο και απλοποιήθηκε κατά την εφαρμογή. Η κατοικία έχει κάτοψη σχήματος Τ, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή, και στεγάζεται με μια τρίρριχτη και μια τετράριχτη κεραμοσκεπή στις δύο πτέρυγες του κτιρίου. Οι χώροι της οργανώνονται σε πέντε επίπεδα: ημιυπόγειο με βοηθητικές λειτουργίες (δεύτερη κουζίνα, κελάρι, πλυσταριό, αποθήκες, στέρνα νερού), υπερυψωμένο ισόγειο με επίσημους χώρους υποδοχής και κουζίνα, όροφος με τα υπνοδωμάτια και δεύτερος όροφος στην ανατολική πτέρυγα (αντί για σοφίτα) με τους χώρους διαμονής του υπηρετικού προσωπικού. 

Μορφολογικά, το κτίριο συνδυάζει νεοκλασικά χαρακτηριστικά με στοιχεία που παραπέμπουν στην οθωμανική αρχιτεκτονική και το στυλ Picturesque. Οι όψεις του οργανώνονται με βάση το νεοκλασικό σύστημα «βάση-κορμός-στέψη», όπου η βάση διαμορφώνεται με εμφανή ανισόδομη λιθοδομή και αδρά πλαίσια ανοιγμάτων, ενώ τα επίπεδα διαχωρίζονται μεταξύ τους με περιμετρικές ταινίες. Το επίπεδο της στέψης, ωστόσο, διαμορφώνεται με έντονα προεξέχον ξύλινο γείσο με περιμετρικά ξυλόγλυπτα φουρούσια οθωμανικής έμπνευσης. Άλλα νεοκλασικά στοιχεία του κτιρίου αποτελούν το πρόπυλο με τους ιωνικούς κίονες, οι παραστάδες της εισόδου με τα ιωνικά επίκρανα, το στηθαίο με μπαλούστρες που εμφανίζεται στον όροφο και στην βεράντα υποδοχής της μπροστινής και της πίσω πλευράς του κτιρίου. Τα ανοίγματα κοσμούνται με ανάγλυφα άθινα μοτίβα στη στέψη τους, ενώ ιδιαίτερα επεξεργασμένα είναι τα μεγάλα ανοίγματα με τα διακοσμητικά καΐτια στην πίσω όψη του κτιρίου που έχουν θέα προς της θάλασσα.



15

Πύργος Φωτιάδη | MYT0104

Κατοικία αμυντικής και οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, κατασκευασμένη πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα στην κατάφυτη περιοχή της Σουράδας. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα κτίρια της Μυτιλήνης που διατηρεί την αρχική του μορφή. Κτίστηκε από τον Φώτη Νικολάου Καμπούρη, πρόγονο των μετέπειτα ιδιοκτητών Νίκου και Όλγας Φωτιάδη, το έτος 1820 όπως μαρτυρούν και τα αρχικά ΦΝΚ και ΑΩΚ που είναι χαραγμένα στην αυλόπορτα. Το κτίριο είναι σήμερα χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Τα πυργόσπιτα ήταν εξοχικές κατοικίες στα περίχωρα της Μυτιλήνης, όπου παραθέριζε η ανώτερη κοινωνική τάξη των γαιοκτημόνων και απ’ όπου επέβλεπε τις εποχικές αγροτικές εργασίες, όπως τη συλλογή των ελαιόκαρπων. Τα πυργόσπιτα περιβάλλονταν κατά κανόνα από αγροκήπια, περιτοιχισμένα από ψηλούς μαντρότοιχους. Τον αμυντικό τους χαρακτήρα επέβαλαν εξωτερικές απειλές, όπως η πειρατεία και η ληστεία, που εξαλείφθηκαν σταδιακά μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα.

Η κατοικία αναπτύσσεται καθ’ ύψος κατά το πρότυπο της τυπολογίας του πύργου. Είναι τριώροφη με κάτοψη τετραγωνική, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή μέχρι τον πρώτο όροφο, ενώ διαμορφώνεται με ελαφριά ξύλινη κατασκευή και μεγαλύτερο εμβαδό στο ανώτερο επίπεδο (σαχνισί). Στεγάζεται με ξύλινη κεραμοσκεπή με βυζαντινού τύπου επικεράμωση. Το ισόγειο είχε αρχικά αποθηκευτική λειτουργία, πλακοστρωμένο δάπεδο και ένα μόνο άνοιγμα για τον φωτισμό του εσωτερικού εκτός από την είσοδο. Στον πρώτο όροφο βρισκόταν η κουζίνα, ενώ στον δεύτερο οι κύριες λειτουργίες της κατοικίας με τρία δωμάτια και έναν προθάλαμο. Τα ανοίγματα στα δύο πρώτα επίπεδα είναι περιορισμένα και προστατεύονται με σιδεριές για λόγους ασφαλείας. Η ξύλινη τοιχοποιία στο ανώτερο επίπεδο επέτρεπε την ανάπτυξη πιο άνετων χώρων διαμονής για την οικογένεια και πλήθος ανοιγμάτων για επαρκή αερισμό και ηλιασμό. Τα ανοίγματα φέρουν ξύλινα ταμπλαδωτά σκούρα με περσίδες στο κάτω μέρος. Επιπλέον ηλιασμό των δωματίων επέτρεπαν και οι κυκλικοί φεγγίτες που εμφανίζονται πάνω από τα ανοίγματα του ορόφου. Οι αρχιτεκτονικές προεξοχές του ορόφου -σαχνισιά- προβάλουν σε όλες τις όψεις του κτιρίου, στηρίζονται εξωτερικά με ξύλινες αντηρίδες, ενώ οι ακμές τους κοσμούνται με ξύλινες παραστάδες.



16

Εξοχική Οικία Ζάννου Σιφναίου | MYT0106

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1884 στην κατάφυτη περιοχή Ακλειδιού από τον Ζάννο Σιφναίο. Ο ιδιοκτήτης ήταν γόνος παλιάς επώνυμης οικογένειας της Μυτιλήνης και είχε αναπτύξει εμπορική δραστηριότητα στη Ρωσία. Υπήρξε δημογέροντας και μέλος της Εφορίας των Φιλανθρωπικών Καταστημάτων.

Η κάτοψη του κτιρίου είναι απλή ορθογωνική, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή στο ισόγειο και ελαφριά ξύλινη τοιχοποιία στον όροφο, ενώ στεγάζεται με ξύλινη δίρριχτη στέγη με γαλλικού τύπου κεραμίδια. Στο κτίριο έχει προστεθεί πρόσφατα κτιριακός όγκος στη δυτική πλευρά. Αρχιτεκτονικά, συνδυάζει στοιχεία της τοπικής παράδοσης με χαρακτηριστικά δυτικών ρευμάτων που ήταν διαδεδομένα στις κατοικίες της ανώτερης κοινωνικής τάξης της εποχής. Παραπέμπει ιδιαίτερα σε θερινές κατοικίες που ανεγείρονταν στα περίχωρα των μεγάλων αστικών κέντρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Προύσα κλπ) από τα μέσα του 19ου αιώνα. 

Από το συμβόλαιο τεχνικών όρων για την κατασκευή της οικίας φαίνεται ότι η πλειονότητα των οικοδομικών υλικών που χρησιμοποιήθηκαν εισήχθησαν από το εξωτερικό: αργόλιθοι από το Σαρμουσάκ, τούβλα διάτρητα Μυριοφύτου, κάγκελα από πέτρα Μασσαλίας, πάτωμα και ταβάνια από ξύλο Μαύρης Θαλάσσης, πλακάκια κουζίνας κόκκινα Μασσαλίας, οροφές του πρώτου πατώματος από ξυλεία Τεργέστης, παράθυρα γαλλικού συστήματος από σουηδική ξυλεία κλπ. Οι όψεις του κτιρίου οργανώνονται βάσει του κεντρικού κατακόρυφου άξονα συμμετρίας. Στην κύρια όψη η είσοδος τοποθετείται κεντρικά και αντανακλά την τριμερή διάρθρωση του εσωτερικού. Τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα τονίζει επίσης η ύπαρξη εξώστη πάνω από την είσοδο και ο ιδιόσχημος φεγγίτης με τα έγχρωμα υαλοστάσια για τον φωτισμό της σοφίτας. Τα σκούρα του πρώτου ορόφου είναι ξύλινα, δίφυλλα περσιδωτά, ενώ του πρώτου ορόφου είναι ταμπλαδωτά εσωτερικά (μέσα από τα υαλοστάσια). Το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτιρίου αποτελεί η στέψη του με το έντονα προεξέχον γείσο το οποίο στηρίζουν περιμετρικά ξυλόγλυπτα φουρούσια.



17

Οικία Παναγιώτη Παραδέλλη | MYT0107

Διώροφη αρχοντική κατοικία στο παραλιακό μέτωπο της περιοχής Ακλειδιού. Αρχικός ιδιοκτήτης ήταν ο Παναγιώτης Παραδέλλης, γόνος παλιάς εύπορης οικογένειας του νησιού. Η οικοδόμηση της κατοικίας άρχισε το 1890 και ολοκληρώθηκε το 1897. Το κτίριο προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Η κατοικία έχει κάτοψη σχεδόν τετραγωνική, κατασκευασμένη από φέρουσα λιθοδομή, ενώ στεγάζεται με πολύπτυχη στέγη με γαλλικού τύπου επικεράμωση. Οι χώροι της οργανώνονται σε τέσσερα επίπεδα: ημιυπόγειο, ισόγειο, όροφος και σοφίτα-σερβανί. Αρχιτεκτονικά το κτίριο συνδυάζει στοιχεία από διαφορετικά δυτικότροπα ρεύματα που το κατατάσσουν στο στυλ του εκλεκτικισμού. 

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ογκοπλασίας του αποτελεί ο κυλινδρικός διώροφος όγκος που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της πρόσοψης, ο οποίος στεγάζεται με δώμα. Επιπλέον, στη δυτική πλευρά εξέχει τετράπλευρος πρισματικός όγκος που φτάνει μέχρι το επίπεδο του ορόφου και δημιουργεί μικρή βεράντα. Στην κύρια όψη, η είσοδος τοποθετείται κεντρικά και αντανακλά την τριμερή διάρθρωση του εσωτερικού. Τον κεντρικό κατακόρυφο άξονα τονίζει επίσης η ύπαρξη εξώστη πάνω από την είσοδο, το άνοιγμα της σοφίτας εν είδει belvedere και η οξυκόρυφη απόληξη της στέγης. Η κεντρική είσοδος φέρει τοξωτό υπέρθυρο και πλαισιώνεται από ζεύγος υψίκορμων πλευρικών ανοιγμάτων εκατέρωθεν με περίτεχνη προστατευτική σιδεριά. Στο ανώτερο επίπεδο εμφανίζονται αντίστοιχα δυο διακοσμητικές κόγχες εκατέρωθεν της εξωστόθυρας. Όλα τα ανοίγματα φέρουν λιτή πλαισίωση με γείσο που παραπέμπει σχηματικά σε αέτωμα. Οι ακμές του κτιρίου κοσμούνται με επίπλαστους οδοντωτούς γωνιόλιθους. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτιρίου αποτελεί τέλος η στέψη του με το έντονα προεξέχον ξύλινο γείσο το οποίο στηρίζουν περιμετρικά φουρούσια.



18

Αρχοντική κατοικία | MYT0108

Διώροφη αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη στις αρχές του 20ου αιώνα στο παραλιακό μέτωπο της περιοχής Ακλειδιού. Το κτίριο προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Το κτίριο έχει κάτοψη σχήματος «Η», στο πίσω μέρος της οποίας έχουν προστεθεί μεταγενέστεροι κτιριακοί όγκοι. Είναι κατασκευασμένο από φέρουσα λιθοδομή και στεγάζεται με σύνθετη ξύλινη κεραμοσκεπή με γαλλικού τύπου επικεράμωση. Η στέγη είναι εγκιβωτισμένη σε περιμετρικό στηθαίο το οποίο διαμορφώνεται κυρίως με μπαλούστρες. Οι χώροι της κατοικίας οργανώνονται σε δύο επίπεδα: ισόγειο και όροφος. Στις όψεις ο διαχωρισμός των επιπέδων δηλώνεται με περιμετρική οριζόντια ταινία. Κύριο χαρακτηριστικό της ογκοπλασίας του κτιρίου είναι η ημιοκταγωνική διώροφη πτέρυγα στη νότια πλευρά της κύριας όψης, η οποία προσφέρει πλήθος ανοιγμάτων με απρόσκοπτη θέα προς τη θάλασσα. Η κύρια όψη οργανώνεται σε τρία μέρη, αντανακλώντας την τριμερή διάρθρωση του εσωτερικού, με την είσοδο να βρίσκεται τοποθετημένη στο κεντρικό. Η είσοδος πλαισιώνεται από μαρμάρινο κλασικιστικό περιθύρωμα με ανάγλυφους ρόδακες και προεξέχον γείσο με γεισίποδες, ενώ εκατέρωθεν της υπάρχει ζεύγος υψίκορμων ανοιγμάτων. Πάνω από την είσοδο διαμορφώνεται μαρμάρινος εξώστης, στηριζόμενος σε χυτοσιδηρά φουρούσια. Το τρίτο τμήμα της κύριας όψης προεξέχει ελαφρά από το κεντρικό τμήμα και καταλήγει σε διακοσμητικό αέτωμα στο επίπεδο της στέψης. Το επίχρισμα των όψεων φέρει οριζόντιες σκοτίες ενώ τα ανοίγματα φέρουν λιτή διακοσμητική πλαισίωση νεοκλασικής έμπνευσης.



19

Πύργος Γιαννέλη | MYT0109

Αρχοντική κατοικία, κατασκευασμένη το 1910 στο παραλιακό προάστειο Ακλειδιού σε σχέδια του φημισμένου αρχιτέκτονα Αργύρη Αδαλή. Την κατοικία ανέγειρε ο Ιωάννης Γιαννέλης, γόνος παλιάς οικογένειας γαιοκτημόνων και εμπόρων του νησιού. Το οικόπεδο στο οποίο κτίσθηκε η κατοικία είναι έκτασης πέντε περίπου στρεμμάτων και αποτελούσε τμήμα της μεγάλης ιδιοκτησίας του Κοντή Βουρνάζου, το εξοχικό του οποίου σώζεται σήμερα στην ίδια περιοχή. Η κατοικία ανήκει σήμερα σε απόγονο του αρχικού ιδιοκτήτη και προστατεύεται ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, ενώ διατηρεί την αρχική του μορφή και επίπλωση. 

Αρχιτεκτονικά, το κτίριο παραπέμπει στο στυλ Picturesque λόγω των οξυκόρυφων απολήξεων της στέγης και της σύνθετης ογκοπλασίας, ωστόσο διακρίνονται και κάποιες νεοκλασικές επιρροές. Η κάτοψή του είναι σύνθετη και αναπτύσσεται καθ΄ ύψος σε τέσσερα επίπεδα: ημιυπόγειο με βοηθητικές λειτουργίες, υπερυψωμένο ισόγειο με χώρους υποδοχής, όροφος με υπνοδωμάτια και ευρύχωρη σοφίτα ως δεύτερος όροφος με τους χώρους διαμονής του υπηρετικού προσωπικού. Εμφανή στοιχεία του νεοκλασικού λεξιλογίου αποτελούν τα παρακάτω: η οργάνωση των όψεων σε βάση-κορμό-στέψη με τη βάση να διαχωρίζεται με λίθινη ταινία και με αδρή πλαισίωση των ανοιγμάτων,  η προοδευτική ένταση του διακόσμου καθ’ ύψος, το νεοκλασικό περιθύρωμα και ο εξώστης. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του κτιρίου αποτελούν οι στέγες με τις μεγάλες κλίσεις, οι οποίες φέρουν έντονα προεξέχον ξύλινο γείσο με περιμετρικά ξυλόγλυπτα φουρούσια και μεταλλικές διακοσμητικές απολήξεις στις κορυφές.



Scroll to Top